Εδώ και πέντε Κυριακές όλο το σκέφτομαι να το γράψω αυτό το κείμενο και όλο το αναβάλω. Αφορμή, η προσφορά της Καθημερινής με ένα μέρος από τη δισκογραφία του Χατζιδάκι. Ουσιαστικά η σειρά της EMI, που αποτελείται κατά βάση από τις πιο ‘λαϊκές’ δουλείες του, αλλά όχι μόνο. Φαντάζομαι ότι ο ένας τρόπος να το δεις είναι ο εξής: Η συγκεκριμένη σειρά είχε έως τώρα τιμή ακατέβατη στα 20 ευρώ. Οπότε, από εκεί ως τα 4 ευρώ που στοιχίζει η κυριακάτικη έκδοση υπάρχει μία σημαντική διαφορά. Θεωρητικά λοιπόν η μουσική θα φτάσει έτσι σε περισσότερο κόσμο κτλ, κτλ… Για κάποιο λόγο όμως η συγκεκριμένη οπτική δεν με ικανοποιεί ιδιαίτερα. Ή μάλλον, για κάμποσους λόγους. Ο ένας είναι η άκριτη επιλογή των δίσκων, η οποία προφανώς δεν γίνεται από τον καταναλωτή αλλά από την εταιρία, την εφημερίδα. Κάποιες από τις πλευρές του Χατζιδάκι θα φτάσουν σε πολύ κόσμο, και μάλιστα κυρίως αυτές που είναι ήδη γνωστές. Από την άλλη, παρουσιάζονται στο ίδιο πλαίσιο δουλειές όπως για παράδειγμα το ‘Πασχαλιές μέσα από τη νεκρή γη’, μία συλλογή από 13 εξευγενισμένες ενορχηστρώσεις του συνθέτη σε αντίστοιχα ρεμπέτικα τραγούδια που καταφέρνουν να τα ευνουχίσουν με τον πιο ευτελή τρόπο (ως γνωστό ο Χατζιδάκις ήταν αυτός που κατάφερε να βγάλει τα ρεμπέτικα από το περιθώριο και, άθελά του μάλλον, με αυτόν τον τρόπο να τα καταστρέψει ολοσχερώς, δημιουργώντας παράλληλα το έκτρωμα που θεωρείται λαϊκή μουσική σήμερα – Zorba the Freak όπως έλεγε και ο Σιδηρόπουλος) μαζί με την Πορνογραφία, μία από τις πιο αδικημένες δουλείες του, με μουσική ουσιαστική, έξυπνη και πειραματική και αυτή δίπλα στο Χαμόγελο της Τζοκόντα, την πιο κλασσικότροπη δουλειά του. Τρεις κόσμοι διαφορετικοί παρουσιάζονται στο ίδιο πλαίσιο, ομογενοποιημένα και άκριτα, κάτω από τον τίτλο ‘η σημαντικότερη δισκογραφία του’ και αυτό, όπως και να το κάνεις, μου φαίνεται λίγο προβληματικό. Ο τρίτος λόγος όμως είναι μάλλον και ο πιο σημαντικός, και ταυτόχρονα αναιρεί εν μέρει τους δύο προηγούμενους: Το 99% των cd που δίνονται κάθε Κυριακή, δεν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ποτέ με τον τρόπο για τον οποίο είναι σχεδιασμένα, να ακουστούν δηλαδή. Αντίθετα, θα γίνουν διακοσμητικό αντικείμενο σε κάποιο μικροαστικό σαλόνι (στο οποίο η κατά ένα εκατοστό μεγαλύτερη συσκευασία τους δεν θα προξενήσει κανένα πρόβλημα). Που είναι το κακό σε αυτό? Για μένα το ότι δεν μπορώ να μην το δω κατά μία έννοια ως απαξίωση της μουσικής. Η οποία, η μουσική, καλώς ή κακώς, δεν είναι για όλους. Είναι για αυτούς που την αναζητούν. Και ο κόπος που εμπεριέχει η αναζήτηση αποτελεί μέρος της αξίας τη ίδιας της μουσικής. Η μόνη παρήγορη σκέψη είναι ότι σε μερικά χρόνια, κάποιο παιδάκι μέσα σε αυτό το σαλόνι, θα κατεβάσει – κατά λάθος, από περιέργεια – το σκονισμένο αντίτυπο της Πορνογραφίας και ξάφνου θα ανακαλύψει ένα κρυμμένο κόσμο, με τον Sherlock Holmes τη Marilyn και τη Blanche Epiphanie.
Όπως και να ‘χει, είπα να γράψω εδώ για τρεις δίσκους που δεν θα βγουν στα περίπτερα – ακόμα. Αυτό είναι και το κοινό τους στοιχείο. Και το ότι είναι οι αγαπημένοι μου (συν την πορνογραφία, αλλά είπαμε, σε δύο εβδομάδες θα κρέμεται ξεδιάντροπα, παρθένος και γυμνή).
Μάνος Χατζιδάκις Ο Μεγάλος Ερωτικός 1972 | Ο μεγάλος ερωτικός είναι ένας από εκείνους τους δίσκους για τον οποίο όλοι έχουν ακούσει, αλλά που με ένα περίεργο τρόπο λίγοι έχουν ακούσει. Διαβάζεις από ‘δω κι από εκεί για τον ‘καλύτερο δίσκο της ελληνικής δισκογραφίας’ και άλλα παρόμοιες μεγαλοστομίες, αλλά ταυτόχρονα τα κομμάτια συνεχίζουν να είναι σχετικά άγνωστα, τουλάχιστον σε σχέση με άλλα του συνθέτη. Λες και πρόκειται για κάποιο κρυμμένο μυστικό που φυλάσσεται με κάποιο μεταφυσικό τρόπο. Και η αλήθεια είναι ότι η ακρόαση του δίσκου είναι μία εμπειρία σχεδόν θρησκευτική, που μόνο στο σύνολό της αποκτάει την πραγματική της υπόσταση (γι’ αυτό και είναι σχεδόν κακόγουστη η προσθήκη των κομματιών από το Χωρίον ο Πόθος στην επανέκδοση σε cd). Την ολότητα αυτή φρόντισε να διαφυλάξει ο ίδιος ο συνθέτης απαγορεύοντας την χρήση μεμονωμένων κομματιών, κάτι που εξηγεί ίσως - με μη μεταφυσικό τρόπο – το γιατί δεν έγιναν τόσο γνωστά. Τα διάφορα στοιχεία του συνόλου λοιπόν, μοιάζει να συναγωνίζονται το ένα το άλλο: Οι στίχοι των 11 ποιητών με τη συνθετική ικανότητα του Χατζιδάκι. Οι εύθραυστες, στα όρια της ευαισθησίας ενορχηστρώσεις με τις ερμηνείες των δύο τραγουδιστών. Η φωνή της Φλέρυς με τις ελαφροΐσκιωτες μελωδίες που την περιτριγυρίζουν. Και σε κάθε ακρόαση ο νικητής είναι διαφορετικός. Και πάντα το αποτέλεσμα ακόμα μεγαλύτερο του αθροίσματος των απίστευτων συστατικών του. Ο έρωτας είναι μάλλον η αφορμή. Το αποτέλεσμα ίσως και να τον υπερβαίνει φτάνοντας πολύ πιο βαθειά: 'O Mεγάλος Ερωτικός έγινε από αίσθημα ενοχής και όχι από αγάπη. Μόνον οι ανόητοι φαντάζονται ότι όταν είσαι ερωτευμένος γράφεις ένα έργο σαν τον Μεγάλο Ερωτικό. Τον Μεγάλο Ερωτικό τον γράφεις όταν δεν ασχολείσαι με το αν είσαι ερωτευμένος ή όχι. Έχεις ξεκαθαρίσει τα θέματα και είσαι ελεύθερος να σκέπτεσαι.’ Να μιλήσεις για τα κομμάτια ξεχωριστά δεν έχει και πολύ νόημα. Ο καθένας έχει μάλλον τα δικά του αγαπημένα. Για μένα το Πέρα στο θολό Ποτάμι είναι ένα τσακ παραπάνω. Αλλά και το Πάθη από τον Έρωτα. Και τα Λιανοτράγουδα. Και με αυτόν τον τρόπο θα φτάσω να ονοματίσω όλα τα τραγούδια, οπότε σταματώ. Το μόνο που ίσως θα είχε νόημα να ξεχωρίσει κανείς είναι εκεί στο τέλος το Κραταιά ως Θάνατος Αγάπη (που οι ραδιοσταθμοί επιμένουν να το θυμούνται κάθε –sic- Πάσχα!) να σε αφήνει να μην μπορείς να πιστέψεις αυτό που ακούς. Κάθε φορά που το ακούς. |
Μάνος Χατζιδάκις Sweet Movie 1974 | 1974 και ο Χατζιδάκις έρχεται σε επαφή με τον Γιουγκοσλάβο (τότε, τώρα φαντάζομαι Σέρβο...) σκηνοθέτη Dušan Makavejev με σκοπό να συνεργαστούν για την επερχόμενη ταινία του δεύτερου. Το αποτέλεσμα βρίσκει τον Χατζιδάκι να γράφει και να ηχογραφεί το soundtrack για το Sweet Movie. Η ταινία είναι μία αναρχική ματιά στην ανθρώπινη σεξουαλικότητα και φύση γενικότερα, με στόχο την πρόκληση όλων εκείνων των περιορισμών πάνω της που έχουμε όλοι πολύ βαθειά ριζωμένους μέσα μας. Δεν είναι τυχαίο το ότι όταν κυκλοφόρησε απαγορεύτηκε σχεδόν παντού, ενώ συνεχίζει να είναι απαγορευμένη ή λογοκριμένη σε πολλές χώρες ακόμα και σήμερα. Η μουσική κινείται σε αντίστοιχα επίπεδα. Όχι, δεν απαγορεύτηκε. Ευτυχώς οι μελωδίες κινούνται σε πολύ πιο αφηρημένες διαστάσεις από τις εικόνες για να μπορέσει να γίνει αντιληπτή η ανατρεπτική τους φύση από αυτούς που κρατούν το ψαλίδι· αλλά μάλλον αποτελεί την πιο αναρχική, και εν τέλη απελευθερωτική, δουλειά του Χατζιδάκι. Κατά βάση ορχηστρική, μεταξύ των βαλκάνιων αναφορών και των - μάλλον κλασσικότροπων - εμμονών του συνθέτη περιέχει αριστουργηματικές συνθέσεις που στέκονται μεταξύ των ομορφότερων στιγμών του Χατζιδάκι. Από την Σερενάτα για την Σεξουαλική Απουσία στην Σεξουαλική Πολυρρυθμία, από το Νυχτερινό αφιερωμένο στην ευγένεια του σεξ στο ηχητικό κολάζ του Στρηπ Τηζ για Τρία Παιδιά και από το Νυχτερινό για δύο Φωνές στο Χορό της Σοκολάτας που συνοδεύει μία από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές της ταινίας. Ανάμεσα τους φυσικά Τα Παιδιά Κάτω στον Κάμπο σε τρεις εκτελέσεις, με αυτή της παιδικής χορωδίας να είναι μάλλον η καλύτερη εκδοχή ως σήμερα. Ο δίσκος κλείνει με την Σεξουαλική Πολυρρυθμία και Τα Τρία Παιδιά που έρχεται εν είδει απελευθέρωσης αλλά ταυτόχρονα και σαν μία κυκλική κίνηση που σε επαναφέρει στην αρχή. Αλλά πέρα από την ποιότητα των συνθέσεων, αυτό που κάνει αυτή τη δουλειά να ξεχωρίζει είναι το ότι είναι απαλλαγμένη εντελώς από όποιες μεγαλομανίες ή οραματισμούς βρίσκουμε σε άλλους δίσκους του, (όπως για παράδειγμα τους άλλους δύο που παρουσιάζουμε εδώ - τις οποίες 'μεγαλομανίες' βέβαια υπηρέτησε και έφερε εις πέρας με τον καλύτερο τρόπο...). Μουσική περίτεχνη αλλά ταυτόχρονα απλή και απέριττη, σαν μικροί ύμνοι στην ομορφιά της ζωής, αλλά προφανώς και στον τραγικό της χαρακτήρα. |
Μάνος Χατζιδάκις Η Εποχή της Μελισσάνθης 1980 | To 1980 o Χατζιδάκις καταφέρνει τελικά να ηχογραφήσει αυτό που ήταν για εκείνον μάλλον έργο ζωής, και σίγουρα η πιο προσωπική και ιδιαίτερη δουλειά του. Η εποχή της Μελισσάνθης δουλεύεται από τον συνθέτη για 10 χρόνια. Οι φήμες θέλουν τη Φλέρυ Νταντωνάκη να αποτελεί την αρχική επιλογή του Χατζιδάκι για τη γυναικεία φωνή και φαίνεται να επιβεβαιώνονται από παλαιότερες ηχογραφήσεις με τη φωνή της Φλέρυς που κυκλοφόρησαν μεταγενέστερα. Προφανώς θα μείνουμε με την απορία για το τι διαστάσεις θα μπορούσε να πάρει το έργο αν πράγματι η αρχική επιθυμία του συνθέτη ικανοποιούνταν, αλλά στην πραγματικότητα είναι αχαριστία μία τέτοια σκέψη, γιατί το αποτέλεσμα, ως έχει, είναι καταπληκτικό. Μπορεί η φωνή της Φαραντούρη να ξενίζει αρχικά σε Χατζιδακικά πλαίσια, αλλά η ερμηνεία της σε αυτό τον δίσκο είναι από τις καλύτερες που μας έχει δώσει, και μάλλον τελικά προσθέτει στον ιδιαίτερο χαρακτήρα του έργου. Η Μελισσάνθη είναι το αρχετυπικό σύμβολο της γυναίκας: Ταυτόχρονα μητέρα, αδερφή και πόρνη. Είναι αυτή που η απουσία της επέτρεψε την καταστροφή κάθε ίχνους ανθρωπιάς από τον πόλεμο· αρχικά τον δεύτερο παγκόσμιο, αλλά συμβολικά οποιοδήποτε αντίστοιχο γεγονός που εμφανίστηκε - με κυκλική συνέπια - στην ανθρώπινη ιστορία. Όταν πριν αναφέρθηκα σε μεγαλομανία, μάλλον σε αυτό αναφερόμουν: στην τεραστίων διαστάσεων αρχική ιδέα που βρίσκεται πίσω από τη δημιουργία του δίσκου. Η εποχή της μελισσάνθης ξεκινάει προσπαθώντας να εκφράσει όλα αυτά. Μία ολόκληρη εποχή που τα γεγονότα που τη χαρακτήρισαν υπερβαίνουν κατά πολύ την όποια υπόσταση μπορεί να έχει ένας άνθρωπος, ή ένας συνθέτης. Όπως ο μεγάλος ερωτικός ξεκίνησε από την ιδέα της μελοποίησης, σε ένα σύνολο και ταυτόχρονα, στίχων του Σολωμού, του Καβάφη, του Χορτάτζη, του Ευριπίδη, της Σαπφούς και όλα αυτά με επίλογο το Άσμα Ασμάτων του Σολομώντα. Αλλά ευτυχώς η μεγαλομανία αυτή σταματάει εκεί: στην αρχική ιδέα. Από εκεί και πέρα η εκτέλεσή της χαρακτηρίζεται πάντα από χαμηλούς τόνους, διακριτικότητα και ευαισθησία με τέτοιο τρόπο που ούτε καν την παρατηρείς (σε αντίθεση με τον έτερο έλληνα μεγαλοσυνθέτη...). Έτσι και η Μελισσάνθη, θα μπορούσε να είναι απλά μία προσωπική ιστορία. Και βέβαια, είναι προσωπική ιστορία. Όσο και οικουμενική. Και είναι βαθιά και έντονα θλιμμένη. Θλίψη που προκύπτει από την εξαθλίωση της ανθρωπότητας? Από την καταπάτηση της ανθρωπιάς? Από τις χαμένες ευκαιρίες? Μάλλον από όλα αυτά. Αλλά ίσως και να μην έχουν ιδιαίτερη σημασία οι συγκεκριμένες απαντήσεις. Γιατί η θλίψη αυτή, από όπου και να πηγάζει περνάει στη μουσική και γίνεται αφηρημένη και θολή, ώστε να μπορεί να ερμηνευτεί από τον καθένα κατά βούληση. Και ακριβώς εκεί χάνεται ολοσχερώς η όποια αρχική μεγαλομανία και ξεκινάει η μουσική δημιουργία. Η απαρχή της και τα αίτια που την προκάλεσαν μικρή σημασία έχουν, η ουσία βρίσκεται στη μουσική αυτή καθεαυτή και όχι στους πιθανούς συμβολισμούς της. Και είναι σε αυτόν τον τομέα που ο Χατζιδάκις ξεπερνάει τον εαυτό του. Με ωριμότητα (με όλες τις θετικές εκφράσεις της και καμία από τις αρνητικές της) χρησιμοποιεί το μπουζούκι σαν βασικό όργανο και γύρω του πλέκονται στρατιωτικές μπάντες και εμβατήρια, παιδικές χορωδίες και μοιρολόγια, φωνές σε ουσιαστικά και καίρια σημεία, και όλα αυτά σε μία συνολική προσπάθεια μετουσίωσης της θλίψης σε μουσική· έκφρασής της αλλά όχι και εκτόνωσης ή εξορκισμού της. Το παιχνίδι είναι χαμένο από την αρχή, η Μελισσάνθη έχει χαθεί οριστικά, μάταια την ψάχνουμε. Σαν ένα ζεϊμπέκικο, τη μάχη με το θάνατο, τη δίνουμε αλλά δεν υπάρχουν αυταπάτες για την τελική έκβαση. Έτσι δεν υπάρχει εκτόνωση της θλίψης, όσο και να την αποζητάς στη μία ώρα που διαρκεί το έργο. Η κατάληξη είναι ακόμα πιο θλιμμένη και αποτελεί κορύφωση μόνο ως προς τη συνθετική δεινότητα του Χατζιδάκι: εκεί που η Ψυχρή Αλήθεια (η μελισσάνθη χάθηκε οριστικά) οδηγεί στον Επιτάφιο, όπου το Αι γενεαί πάσαι έρχεται τελείως απόκοσμα υπό τη συνοδεία μόνο του μπουζουκιού, σε αυτό που ίσως είναι η πιο ουσιαστική επανερμηνεία του ρεμπέτικου που έχει καταγραφεί σε δίσκο (σε σημείο που αρχίζεις να σκέφτεσαι ότι ο Χατζιδάκις μάλλον μας κορόιδευε με όλες τις προηγούμενες προσπάθειες του να προσεγγίσει τα ρεμπέτικα) και όλο αυτό για να χαθεί μέσα σε ένα στρατιωτικό ρυθμό που οδηγεί στο Λησμονημένη όπου το "Απ' τα κόκκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά" γίνεται "σου σπάσανε τα κόκκαλα τ' ασθενικά παιδιά μας" κλείνοντας με μία αλλοιωμένη εκδοχή της μελωδίας του Μάτζαρου. Και επιστροφή στην αιώνια γυναίκα. |
Ο Χατζιδάκις μάλλον ήξερε να προστατεύει τα σημαντικά του έργα. Χαρακτηριστική η υποσημείωση στο οπισθόφυλλο της Μελισσάνθης: "Η Εποχή της Μελισσάνθης είναι ένα ενιαίο έργο και δεν επιτρέπεται η διασκευή του ή η διαφορετική ενορχήστρωσή του". Που να ήξερε ότι θα έπρεπε να προσθέσει 'και η ανάρτησή του στα περίπτερα!'
polu polu swsta auta gia ton xatzidaki k ta cd stin ka8imerini tis kuriakis...opws k gia alles polles paromoies sulloges pou exoun vgei kata kairous stis efimerides....
ReplyDeleteΣκεφτόμουν αυτό που λες στην αρχή, ότι τελικά το να βάζεις ένα cd στις εφημερίδες το κοινωνείς πιο εύκολα στον κόσμο..
ReplyDeleteΚαταλαβαίνω και το γεγονός στο οποίο αναφέρεσαι (μικροαστικό σαλόνι-που δεν θα ακουστεί ποτέ) αλλά νομίζω ότι ακριβώς όπως έλεγε κι ο σιδηρόπουλος: "Όταν ένα έργο φεύγει από τα χέρια του δημιουργού του αποκτά δική του προσωπικότητα, δική του ταυτότητα, σύμφωνα με τα οποία χαράζεται η πορεία του και είναι αναφαίρετο δικαίωμα του έργου να ακολουθήσει αυτόνομη καριέρα, την οποία εν ονόματι οποιασδήποτε πατρότητας δεν έχετε δικαίωμα να σταματήσετε, ειδάλλως το ίδιο δικαίωμα έχει και το κράτος εν είδη λογοκρισίας"...Το να μείνει κλειστό σε ένα σαλόνι δίνει την δυνατότητα κάποια στιγμή να ακουστεί..Το να έχει 20 ευρώ και να μην είναι βανδή, το κάνει δυσκολότερο στην ακρόαση...
που ξέρεις μπορεί να σηκωθεί μόνο του και να ξυπνήσει αυτούς που δεν είχαν την ευκαιρία να ακούσουν είτε για τον ένα είτε για τον άλλο λόγο...
Ακόμα και σουβερ να γίνει σημαίνει ότι απέτυχε...αλλά ενήργησε...πάλεψε(??)
Μάλλον γράφω μπούρδες γιατί με έβαλες σε σκέψη....
κοίτα στην τελική μάλλον έχεις δίκιο, καλύτερα να υπάρχουν εκεί, μέχρι κάποιος να τα ανακαλύψει... από την άλλη νομίζω ότι χάνεται ένα μέρος από την αξία που έχει η αναζήτηση της μουσικής... αλλά αυτό ίσως είναι λιγότερο σημαντικό... ή τουλάχιστον προσωρινό...
ReplyDeleteΒέβαια σκέψου ότι με αυτά τα cd που δίνονται τώρα, είναι πολύ δύσκολο κάποιος να αρχίσει να ψάχνει για το τι έχει κάνει ο χατζιδάκις, αφού έχει αυτά τα 15 cd στο πιάτο, εύκολα θα σταματήσει εκεί...
Αν την επόμενη Κυριακή η Καθημερινή έδινε το κουστουμάκι πως θα το έβλεπες?
Δεν ξέρω, εγώ πάντως την αγοράζω κάθε κυριακή (από όταν ξεκινησε να δίνει χατζιδακι εννοείται :-))
Πάντως, το απόσπασμα του Σιδηρόπουλου νομίζω ότι είναι πολύ σωστό, και φαντάζομαι ότι μάλλον στον Χατζιδάκι την έλεγε ο οποίος ήταν υπερπροστατευτικός με κάποια έργα του... με έβαλες σε σκέψεις πάλι...
Αντιγράφω από τον καλό μου φίλο, G.R.A.F.I.A.S
ReplyDelete"Η κυκλοφορία στα περίπτερα, ή μαζί με κυριακάτικες εφημερίδες είναι ο μοναδικός τρόπος για γρήγορο κέρδος για τις δισκογραφικές εταιρείες. Αν δώσουν το καινούριο δίσκο της Άλκηστης Πρωτοψάλτη π.χ., με το Πρώτο Θέμα, θα φύγουν αμέσως αμέσως περιπου 100,000 κομμάτια, όσα είναι και τα φύλλα που θα κυκλοφορήσουν. Θα το χρεώσουν βέβαια λιγότερο από ότι τα δισκοπωλεία, καθώς είναι και πιο λιτή η έκδοση, αλλά το νούμερο είναι απλησίαστο για τη φυσική πώληση.
Υπολογίζω πρόχειρα ότι το αντίστοιχο νούμερο πρώτης παραγγελίας cds που θα έφευγε από τις αποθήκες της εταιρείας για να πάει στα ελληνικά δισκάδικα θα ήταν το πολύ 5 με 7 χιλιάδες. Σε ολη τη χώρα. Με τις εφημερίδες θα έχει και επιστροφές βέβαια, αλλά πιστέψτε με, από τα δισκάδικα θα έχει πολλές περισσότερες. Η ΕΜΙ (και όλες οι πολυεθνικές βέβαια) δε μπορεί να περιμένει ούτε μερικούς μήνες και κάνει ότι μπορεί για άμεσο ρευστό.
Μαζέψτε τα cd σας, φτιάξτε ωραία ράφια και ετοιμάστε ιστορίες για τα εγγονάκια για τις εποχές που περίμενες να τρέξεις στο δισκάδικο για να πάρεις το τάδε cd". Ουφ...μελαγχολησα.