Wednesday, April 29, 2009

Gaslamp Killer - Live









Δεν είναι ουσιαστικά αναγγελία συναυλίας γιατί σαν ειδηση είναι παντού και λογικά την έχετε διαβάσει....αλλά 9 Μαΐου ας κατηφορήσουμε στο Bios (στρατού επιτρέποντος)...Gaslamp Killer!!!! Όσα κομμάτια έχω ακούσει από αυτόν Γ@#*νε. Βρωμικό σουλ-φανκ-χιπ-χοπ-χαρντ ροκ και δεν ξέρω τι άλλο.


μια γεύση εδώ:
http://www.myspace.com/thegaslampkiller


δεν ξέρω αν επιτρέπεται να λινκαρουμε από αλλά blogs αλλά εκτός του ότι είναι και γαμώ τα blog έχει κι αυτό το λινκ....
http://mhulotsnothingdays.blogspot.com/2009/01/blog-post_4142.html
θενξ μιστερ hulot.



Tuesday, April 28, 2009

Camera Obscura - My Maudlin Career

Camera Obscura

My Maudlin Career

(4AD, 2009)


Το ότι η Γλασκώβη είναι μία πόλη που παράγει καταπληκτικές μουσικές είναι δεδομένο. Οι Camera Obscura είναι από τη Γλασκώβη (+1). Αλλά και οι Belle & Sebastian είναι από τη Γλασκώβη (-1). Ατυχέστατα, οι Camera Obscura βρίσκονται μουσικά αρκετά κοντά σους Belle & Sebastian (-1). Επίσης, ό,τι είχα ακούσει στο παρελθόν από τους Camera Obscura με είχε αφήσει αδιάφορο (-1). Ακόμα είχα υπόψη μου ότι οι στίχοι της δεσποινίδος Campbell ασχολούνται αποκλειστικά με την μονίμως ραγισμένη της καρδιά, τις αποτυχημένες σχέσεις και την μελαγχολία (-1). Οπότε, ξεκίνησα να ακούω τον καινούργιο τους δίσκο με αρκετά αρνητική διάθεση. (το 83% που συγκεντρώνουν μέχρι τώρα στο Metacritic δεν μου άλλαξε καθόλου αυτή τη διάθεση, ομολογώ πάντως ότι ήταν ο λόγος που με έκανε να ακούσω το δίσκο.) Φορτώνω λοιπόν τα τραγούδια στο WinAmp, κατεβάζω και το εξώφυλλο (πάνω απ’ όλα η οργάνωση, αλλιώς δεν έχεις καμία ελπίδα στο γνωστό παιχνίδι Α και…) και πατάω το play. Πρέπει να παραδεχτώ ότι πιάστηκα στον ύπνο. Το album ξεκινάει με ένα απίστευτο pop διαμαντάκι που ακούει στο όνομα French Navy! Spector-ική ενορχήστρωση (είπαμε, είναι από τη Γλασκώβη) τρομερά catchy μελωδία, ανέλπιστα όμορφα, ναζιάρικα (?!) φωνητικά από την Tracyanne Campbell, ονειρεμένα έγχορδα και στίχοι με αρκετή δόση χιούμορ. Λίγο πιο δυνατό ρεφραίν να είχε θα άγγιζε την τελειότητα, αλλά ακόμα και έτσι με έστειλε αδιάβαστο. Προσπαθώ να συνέλθω από το σοκ λοιπόν και αρχίζω να σκέφτομαι ότι έχω κάνει κάποιο φρικτό λάθος στις εκτιμήσεις μου για τους σκοτσέζους. Και εκεί που είμαι πλέον έτοιμος να αναθεωρήσω και να δω τους Camera Obscura με τελείως διαφορετικό μάτι, έρχονται τα υπόλοιπα δέκα τραγούδια του δίσκου για να επιβεβαιώσουν σταδιακά και μία προς μία όλες τις αρχικές μου υποψίες! Μα είναι δυνατόν; Ενώ μπορούν να γράφουν κομμάτια σαν το French Navy προτιμούν να βασίζονται σε άνευρες, σπαραξικάρδιες, υποτονικές, ψευτο-folk συνθέσεις όπως οι υπόλοιπες δέκα του δίσκου; Προφανώς θα μου πείτε, όπως είναι επίσης προφανές το ότι μάλλον δεν καταλαβαίνω την προσέγγισή τους.
Βέβαια, για να είμαι ειλικρινής, αυτό που κάνουν το κάνουν πολύ καλά. Οι συνθέσεις είναι προσεγμένες, τα φωνητικά δένουν με το σύνολο, ενώ η δουλειά στα έγχορδα είναι υποδειγματική, διακριτικά αλλά ουσιαστικά τονίζουν και αναδεικνύουν τα κομμάτια. Οπότε για τους φίλους του είδους, μάλλον είναι ιδανικός δίσκος. Εγώ πάλι, θα αρκεστώ στο να ακούω το French Navy στο repeat (και θα ψάξω τους προηγούμενους δίσκους τους, δεν μπορεί, θα έχουν κάτι αντίστοιχο).

6.7

Those will burn: French Navy



Monday, April 27, 2009

Red Snapper - Pale Blue Dot

Red Snapper

Pale Blue Dot

( Lo Recordings, 2008)


Red Snapper… Αρχές των ‘00s, ατελείωτες ώρες στο σπίτι του Ματθαίου, χωροταξία, τα διαμερίσματα της Θεσσαλονίκης, τσιγάρα, Περαία, photoshop, edit, cut. Πολλές αναμνήσεις και η συνειδητοποίηση ότι ο χρόνος περνάει χωρίς να το πολυκαταλαβαίνουμε. Έτσι, σαν μια μνήμη από το παρελθόν ήρθε και αυτό το δισκάκι. Χωρίς προειδοποίηση.
Η ερώτηση λοιπόν είναι: Τι απέγινε η διονυσιακή, χειμαρρώδης, σεξουαλικά φορτισμένη και κινηματογραφικά προσανατολισμένη acid jazz των Making Bones και Our Aim is to Satisfy Red Snapper δέκα χρόνια μετά? Δυστυχώς αποστειρώθηκε, ή καλύτερα για την περίπτωση των Red Snapper, ευνουχίστηκε. Τα beats ακούγονται βαρετά, οι ρυθμοί ανίκανοι να σε κουνήσουν, τα jazz περάσματα ξεπερασμένα. Το παράξενο είναι ότι εκείνοι οι παλιοί δίσκοι, που με ανάγκασαν να ξεθάψω από τα βάθη του σκληρού μου, ακούγονται ακόμα φρέσκοι και υπέροχοι, ενώ τα συστατικά είναι ουσιαστικά τα ίδια με αυτά του Pale Blue Dot. Σαν η χρονολογία έκδοσης εκείνων των κομματιών να έχει εντυπωθεί με κάποιο τρόπο στη μουσική τους και όταν αυτή παίζει, η χρονολογία (εκείνη η χρονολογία) αντιδράει με τη μουσική και φτιάχνει μία χωρο-χρονο -φουσκάλα μέσα στην οποία μπορείς να την απολαύσεις. Δυστυχώς, απ’ ό,τι φαίνεται αυτή η ίδια μουσική δεν έχει το ίδιο αποτέλεσμα όταν είναι εντυπωμένη μέσα της η σημερινή χρονολογία. Από την άλλη ίσως να παραλογίζομαι· μπορεί απλά οι Red Snapper να κουράστηκαν ή να έχασαν την έμπνευσή τους.
Η πραγματική ερώτηση όμως είναι: εντάξει, οι Red Snapper, από το χρόνο ή μόνοι τους, αποστειρώθηκαν και ευνουχίστηκαν. Εμείς;

6.2

Those will burn: Brickred

Friday, April 24, 2009

The Earthbound - La Guerra Final

The Earthbound

La Guerra Final

(Lab Records,2008)



Όλα ξεκίνησαν όταν έβαλα το δισκάκι στο χαλασμένο cd player του αμαξιού! Το μοναδικό cd που παίζει (κι έχω δοκιμάσει πολλά), τι ευτυχία!! Τα συστατικά δυνατά: Last Drive, Rockin΄ Bones, Honeydive, Engine-V...Earthbound!Οι κιθάρες κάνουν πάρτυ, φωνή γνώριμη από το παρελθόν, γυναικεία φωνητικά που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από ξένα μεγάλα συγκροτήματα. Όλος ο δίσκος ένα ενιαίο road trip feeling.
Το ομώνυμο τραγούδι σε βάζει κατευθείαν στο θέμα. Κομμάτια όπως το "Just for a change", "Child of the sea", "Wallpaper jaguars" δεν σου επιτρέπουν να αφήσεις ασχολίαστο το καινούργιο δίσκο τους. Οι ενορχηστρώσεις εκρηκτικές, κρουστά που σε κάνουν να χορεύεις, το soundtrack κάποιας ταινίας… το soundtrack μιας πολύ κακής αρχής ενός όμορφου τέλους! Πολλά συγκροτήματα τους έχουν ζηλέψει.

Τελικά το αμάξι μου το εμπιστεύομαι… στα μουσικά του ακούσματα!

by Sorina



9.0

Those will burn: Wallpaper Jaguars, Child of the sea, Just for change

Wednesday, April 22, 2009

Κόρε Ύδρο - Όλη η αλήθεια για τα παιδιά του '78

Κόρε Ύδρο

Όλη η αλήθεια για τα παιδιά του '78

(Capitol music/EMI,2009)



Tο "Όλη η αλήθεια για τα παιδιά του '78" είναι η άνοιξη, είναι η βόλτα την "εβδομάδα των παθών" κάτω από ανθισμένες μυγδαλιές, είναι ότι πεθύμησες από τα παιδικά σου χρόνια, το χέρι που κράτουσες στο δημοτικό.
Θεματικά συνεχίζουν από εκεί που τελειώσαν το 2006-2007 με την φτηνή ποπ. Τραγούδια για χαλασμένες σχέσεις, οικογένεια, φιλίες, για αυτούς που μας πληγώσαν, αυτούς που μας κάναν να γελάσουμε, με σκληρούς κι άλλωτε χιουμοριστικούς στίχους με μελωδίες που παραπέμπουν κάπου στα '70 μπολιασμένες από -όπως αναφέρει πολύ σωστά ο M. Hulot στο blog του - πολύ Σπανό και Χατζηνάσιο, δημιουργούν ένα "πράγμα" τόσο όμορφο που γυροφέρνει τις μελωδίες στο μυαλό και μια σε κάνουν να γελάς, να κλαίς, να αγγίζεις μνήμες από τις τελευταίες μέρες σχολικών χρόνων σε ένα φανταστικό χωριό. Τα αγκάθια στα μαλλιά συνεχίζουν να βαρένουν διάφορα κεφάλια. Ίσως είναι μουσική απο έγχρωμη ελληνική ταινία του '70 που ποτέ δεν θα μάθεις ποιά είναι, παραμορφώσεις, ανατροπές σε ξυπνούν στην άνοιξη του 2009...
- παίζει ένα κρυμμένο κομμάτι,
- άστο...φτάσαμε πάλι πίσω
- μα δεν κοιμαμαι πια...
- είναι άνοιξη του '60, του '70, του '09 στην Ιταλία, στην Αθήνα, πάνω σ'ενα καράβι.


9.1

Those will burn: hidden track, Το μόνο έγκλημα, Πρωινή διερώτηση (για στίχους κυρίως), 1.000.000 Χειμώνες (ενηλικίωση)



Στο www.koreydro.gr από το '79 έως το 2007 μια όμορφη ιστορία....

Tuesday, April 21, 2009

Mixtapes #002: Animal Collective on Allez-Allez


Εδώ θα βρείτε ένα πολύ ενδιαφέρον mix από τον Deakin των Animal Collective για το Allez-Allez. 35 λεπτά ψυχεδέλειας (κατά βάση) όπου ο κύριος Deakin μας αποκαλύπτει μερικές από τις επιρροές του. Αν θέλετε, μπορείτε να το κατεβάσετε κατευθείαν εδώ (right click - save as).


Peaches

I Feel Cream

(XL Recordings,2009)



Αν δε χαμπαριάσεις από τον υποσχόμενο “i feel cream” τίτλο του νέου δίσκου η από το εξώφυλλο, ε τότε από το beat με το οποίο ξεκινάει το εναρκτήριο track και το γεγονός ότι στα πρώτα 2 λεπτά έχεις ακούσει τη λέξη fuck καμιά 20ρια φορές καταλαβαίνεις ότι δεν έχουν αλλάξει και πολλά στο διαστροφικό σεξόκοσμο της (ακόμα και αν πάτησε τα δεύτερα -άντα της) Merril Nisker (κατά κόσμον Peaches).

Πίσω στο χρόνο, το teaches of peaches υπήρξε πρωτοπόρα dance punk κυκλοφορία, το βλάσφημο fatherfucker η κλωτσιά στα αχαμνά του δήθεν electroklash κινήματος, το impeach my bush ήταν μάλλον η άσχημη παρένθεση (με κορυφαία και πιο εμπνευσμένη στιγμή στο δίσκο να αποτελεί ο τίτλος του). Στο cream η σαραντάρα πρώην δασκάλα από το Τορόντο επιμένει στο μοτίβο που την “καθιέρωσε” και κατά τη γνώμη μου προσπαθεί να τελειοποιήσει το technolust επίτευγμα του fucker.

Κάτι ακόμα που παραμένει το ίδιο είναι η “ενοχλητική” κοφτή bitchy ερμηνεία και φυσικά ο θεματικός άξονας των κομματιών. Για μια ακόμη φορά θα ακούσουμε πολύ για lick, dick, penis, όπως και 'am this and i am that' δηλώσεις. Μη ξεχνάτε πως περί τούτου πρόκειται η peaches και αφού δεν άλλαξε μέχρι τώρα, δεν θα αλλάξει ποτέ. Όπως δε μπορείς να περιμένεις από τους rage against the machine να σου γράψουν τραγούδια για λουλούδια και βόλτες στο πάρκο η από τους belle and sebastian επαναστατικούς πολιτικοποιημένους στίχους έτσι δε γίνεται να αναμένεις μια αλλαγή στιχουργικής θεματολογίας από την peaches.

Το highlight και παράλληλα η μαγκιά του cream είναι η μουσικές επενδύσεις των συνεργατών του. Πόσο άσχημος μπορεί να είναι ένας δίσκος όταν περιλαμβάνει την αφρόκρεμα του σύγχρονου ηλεκτρονικού χορευτικού ήχου όπως οι soulwax,οι digitalism και οι simian mobile disco (ο james ford έχει κάνει τη παραγωγή στο μεγαλύτερο μέρος του δίσκου), συνεργασίες που όχι απλά την αποζημιώνουν αλλά την φρεσκάρουν, την ξεσκονίζουν και ξαναδίνουν νόημα στη πρόστυχη φιλοσοφία της. Εξίσου εξαιρετικές είναι οι στιγμές που η “ψηλή” αποπειράται την ερωτική και κομματάκι γλυκιά χροιά στην ερμηνεία της και γενικότερα όταν προτιμά να τραγουδά παρά να φτύνει τους στίχους. Τα “lose you”, “i feel cream”, και “mud” αποτελούν κάποια από τα pick του άλμπουμ και επιβεβαιώνουν τη παραπάνω θεωρία. Όπως και το αισθησιακό “relax” που θα αντικαθιστούσε άνετα το “fuck the pain away” στη κλασσική πλέον σκηνή στη ταινία της Κόπολλα (lost in translation).

Βέβαια δεν έχουμε να κάνουμε και με τον δίσκο της χρονιάς κι' αυτό γιατί για όσα highs διαθέτει ο δίσκος (those who will burn) υπάρχουν και τα αντίστοιχα lows όπως το r'n'b wannabe-άψυχο “billionaire” η το “mommy complex” που μοιάζει επικίνδυνα με το “hustler” των simian mobile disco η το “μία από τα ίδια” “trick or treat”.

Το cream ακούγεται καλύτερα αποσπασματικά η επιλεκτικά παρά ως σύνολο και ενδείκνυται για ακροάσεις μετ' ακολασιών (know what i mean? Say no more!).


6.8

Those will burn:lose you, more, i feel cream, mud


Jarvis Cocker - Angela [Single]

Jarvis Cocker

Angela Single


Τον Jarvis τον γνωρίζουμε όλοι. Λεπτή φιγούρα πίσω από χειμωνιάτικα κουστούμια και μούσια πλεόν. Η προηγούμενη δουλεία του μας είχε αφήσει μια γλυκεία γεύση και σίγουρα το single Angela μας κάνει να περιμένουμε τον Μάιο για την κυκλοφορία του Further Complications και τον Ιούνιο να τον δούμε στο Eject. Παραμορφωμένες κιθάρες και επανάληψη του αγγελικού ονόματος. Η θεματολογία μας θυμίζει παλιότερες δουλειές των Pulp, γυναικείες φιγούρες να στοιχειώνουν τις ζωές μας. Συνηθισμένος να στηρίζει στους στίχους τα τραγούδια του, εδώ παραδίδει ένα κομμάτι με πολλές επαναλήψεις και λίγους στίχους, για μένα όμως δυναμικό, ικανό να σε φέρει στην αμηχανία που σε έφερνε το disco 2000 (δεν έχει καμία σχέση σαν τραγούδι) για εκείνη και εκείνον. Να οι στίχοι:

Angela (Angela)
Unfinished symphony (Angela)
Angela (Angela)
She's mobile poetry (Angela)
And she's nearly 23
Making four-fifty an hour
Complimentary shower
They call her Angela

Angela
Oh Angela
Angela

Angela (Angela)
Boom you blew my mind (Angela)
Angela (Angela)
I feel the sap rising tonight (Angela)
A dry stick at the end of a branch
And an overzealous hand
You can't glue it back, no
Snapped off by Angela

Angela
Oh Angela
Oh!

Angela
Oh Angela

Angela
Angela
Yeah Angela! (Angela)
Oh Angela! (Angela)
Angela! (Angela)
Oh Angela (Angela)!

Oh Angela


Συνεντευξη από Record Store Day (20-04):



Ένα βιντεάκι και το Angela από το προσωπικό του site:

ActRadio





Μια πολλή καλή προσπάθεια έχει αρχίσει στo www.actradio.gr. Προσπάθεια για ένα ραδιόφωνο μακρυά από playlists και απόψεις που ακολουθούν οποιαδήποτε γραμμή.Τα παιδιά έχουν δώσει το καλύτερο εαυτό τους σχεδιάζοντας ένα ζωντανό διαδυκτιακό τόπο γεμάτο από μουσικές, νέα, εικόνες. Το πρόγραμμα ακόμα διαμορφώνεται ώστε να χωρέσει καλύτερα όσο το δυνατόν περισσότερες ιδέες. Ελπίζουμε ότι σε λίγο καιρό το onewillburn, ξεπερνώντας κάποια τεχνικά προβλήματα, να κάνει την πρώτη του εκπομπή.

Το καλωσόρισμα από τα παιδιά του ActRadio :

Kαλώς ήρθες στο act | radio, και καλώς μας βρήκες.
Σε καλωσορίζουμε στη νέα μουσική αντίληψη του ραδιοφώνου.

Ο act είναι ό νέος διαδυκτιακός ραδιοφωνικός σταθμός,
με μουσική ποικιλομορφία, νέες ιδέες, κριτική χωρίς ιδεολογικά (εμ)φράγματα..

Αποτελείται από μια ομάδα νέων ανθρώπων που αγαπάνε την καλή μουσική και θέλουν να την χαρούν μαζί σου.

Ο σταθμός πήρε το όνομα του από την ανάγκη για δράση, που υπάρχει σήμερα., τόσο μουσική όσο κοινωνική, οικολογική και οικονομική, για μια νέα φωνή, μια νέα ιδέα. Θέλουμε να ακουστούμε, να σου πούμε αυτά που μας προβληματίζουν και άλλα πολλά, και να μας πεις και συ τα δικά σου..

Οι νέες τεχνολογίες μας δίνουν ένα παραθυράκι απ’ όπου θα μπορέσουμε, αφενός να μιλήσουμε ανοιχτά και ελεύθερα, αφετέρου να μοιραστούμε τις μουσικές μας ανησυχίες.

Σε μια κοινωνία όπου εκπαιδευόμαστε καθημερινά ώστε να μπορέσουμε να ακούσουμε τ’ ανήκουστα, εμείς απαντάμε προσφέροντας μουσική που θα μαγέψει τα αυτιά σου.

Ψαχνουμε καλή παρέα!!!
Συντονίσου λοιπόν και ευχόμαστε,
η ακοή να γίνει η αγαπημένη σου αίσθηση..

Monday, April 20, 2009

When - You are Silent

When

You Are Silent

(Jester, 2008)


Οι When, το μουσικό όχημα του κυρίου Lars Pedersen δηλαδή, είναι ένα από τα καλύτερα κρυμμένα μυστικά στο χώρο της πειραματικής μουσικής. Με τον πρώτο τους δίσκο να κυκλοφορεί το 1987 (Drowning but Learning) έχουν ακολουθήσει μία απίθανη πορεία από τις μεταμοντέρνες ‘ορχηστικές’ συνθέσεις της αρχής, στο εφιαλτικό Svartedauen, στην χαρακτηριστική collage τεχνική τους, στο πέρασμα σε πιο pop φόρμες και τις αναφορές σε Beach Boys και Beatles, στα αμέτρητα samples από ανατολίτικες μουσικές και cartoons και την αλά ’60 ψυχεδέλεια. Το προηγούμενο πόνημά τους Trippy Happy (2007) ήταν βουτηγμένο στη δεκαετία του 60 όσο καμία άλλη δουλειά τους, αλλά ταυτόχρονα ήταν ίσως και ο πρώτος τους δίσκος όπου άρχισαν να φαίνονται κάποια σημάδια κορεσμού. Έτσι ο Lars Pedersen φαίνεται να αποφάσισε να αφήσει για λίγο στην άκρη τις pop αναφορές του και να επιστρέψει σε πιο σκοτεινά μονοπάτια· κατά κάποιο τρόπο αρκετά κοντά στο Prefab Wreckage του 1994. Οι πέντε συνθέσεις που απαρτίζουν το You are Silent μόνο περιστασιακά κρατούν την φόρμα τραγουδιού με κάποια φωνητικά να εμφανίζονται εδώ και εκεί, για να την καταλύσουν οριστικά στο 20λεπτο False Alarm που κλείνει τον δίσκο. Σίγουρα δεν είναι η καλύτερη δουλειά τους, ούτε ίσως είναι τόσο πρωτοπόρα όσο παλαιότερες προσπάθειές τους, αλλά νομίζω ότι ο Lars Pedersen έχοντας προκαλέσει και επεκτείνει τα όρια της σύγχρονης μουσικής δημιουργίας πολλές φορές στο παρελθόν έχει κάθε δικαίωμα να επιστρέψει σε μονοπάτια από τα οποία ο ίδιος έχει ξαναπεράσει για να τα αναπροσδιορίσει λίγο διαφορετικά. Έτσι κι αλλιώς κανένας άλλος δεν έχει φτάσει ακόμα σε αυτά.

υγ: Οι δίσκοι των When (εννοείται) ότι δεν έχουν διανομή στην Ελλάδα, ενώ ακόμα και στο internet είναι σχετικά δύσκολο να βρεθούν (νόμιμα ή παράνομα). Εδώ είναι το site της Jester όπου κυκλοφορούν πλέον τις δουλειές τους, μαζί με το press release του δίσκου. Ήδη ετοιμάζεται ένα retrospective για το σύνολο της δισκογραφίας των When, οπότε check back later!

8.5

Those will burn: Strange Rituals, False Alarm

Sunday, April 19, 2009

Phoenix - Wolfgang Amadeus Phoenix



Phoenix

Wolfgang Amadeus Phoenix

(V2 Records,2009)



Για μια ακόμη φορά, η τετράδα από τις Βερσαλλιες συνεχίζει να περπατά στον μοναχικό ηλιόλουστο μονοπάτι που η έως τώρα πορεία τους έχει χαράξει. Αν και “καλλιτεχνικά απελευθερωμένοι” και απαλλαγμένοι από την πρώην τους εταιρία (κυκλοφορούν το νέο τους δίσκο μέσω του δικού τους label) συνεχίζουν να φτιάχνουν groovy up-tempo, εξωστρεφή, ημι-αριστουργηματικά ποπ τραγούδια με μια μικρή ιδέα 80's prog πειραματισμού να πλανάται στον αέρα αυτη τη φορα.
Το γεγονός πως γίνεται ξεκάθαρο και παλι πως πρόκειται για κλασσική περίπτωση μπάντας “εμείς και όλοι οι άλλοι” όχι απλά τους πτοεί αλλά τους δίνει φτερά. Στο wolfgang amadeus phoenix έχεις τη δυνατότητα να ακούσεις ένα γκρουπ που στήνει το δικό του πάρτι και να το διασκεδάζει περισσότερο από τους καλεσμένους του.
Δε μπορείς να πάρεις στα σοβαρά τους Phoenix αφού ούτε οι ίδιοι παίρνουν στα σοβαρά τους εαυτούς τους (απόδειξη ο αυτοσαρκαστικός τίτλος του άλμπουμ) και αυτό είναι ίσως και το μεγάλο ατού των ακομπλεξάριστων Γάλλων. Το ότι δεν σου δημιούργησαν ποτέ μεγάλες προσδοκίες λειτουργεί για αυτούς σαν αγχολυτικό με αποτέλεσμα ένα ακόμη όμορφο άλμπουμ, απογυμνωμένο από τη σοβαροφάνεια, το οποίο στοχεύει στη καλή διάθεση και προορίζεται όχι για να σου αλλάξει τη ζωή αλλά για να σου φτιάξει τη μέρα.

7.9

Those will burn: lisztomania, 1901, girlfriend, armistice


Thursday, April 16, 2009

Pet Shop Boys - Yes

Pet Shop Boys

Yes

(Parlophone, 2009)


Pet shop boys? Yes, Pet shop boys! Οι δύο κύριοι από το Λονδίνο ήξεραν πολύ καλά τι έκαναν όταν τιτλοφορούσαν τον νέο τους δίσκο. Έχοντας συναίσθηση προφανώς του τι δημιούργησαν, καθώς και της παρακμής στην οποία βρίσκονταν τόσα χρόνια, μάντεψαν την απορία και τα αμήχανα χαμόγελα που θα προκαλούσαν. Και δεν έπεσαν καθόλου έξω. Ο φίλος μου o Γιώργος να μου λέει με ένα πλατύ χαμόγελο ότι άκουγε για ένα σαββατοκύριακο το Love etc στο repeat, ο συμπλοκίτης κύριος Χρήστος να με ρωτάει στο msn με προφανή απορία αν το άκουσα και ότι είναι ό,τι καλύτερο έχουν κάνει εδώ και 20 χρόνια, εγώ να μη μπορώ να σταματήσω να χαμογελάω σαν χαζός ακούγοντας το vulnerable… (μόνο ο λιτλ τζον του αντιστέκεται ακόμα, αλλά και αυτός γιατί δεν το έχει ακούσει!). Πολύ απλά, οι Pet shop boys έπαιξαν, και κέρδισαν. Η απενοχοποίηση των ‘80ς τους ξαναέδωσε μία από καιρό χαμένη φρεσκάδα, η ξενομανία τους αναγέννησε και τους έδωσε καινούργια ταυτότητα, πλαστογραφία της παλιάς, ναι, αλλά δουλειά επαγγελματία. Αν δεν το έχετε ακούσει, ακούστε το! Εγγυημένα χαμόγελα!

7.5

Those will burn: love etc, did you see me coming, vulnerable


+ ένα υπέροχο video


The Joy Formidable - A Baloon Called Moaning


The Joy Formidable

A Baloon Called Moaning

(unsigned,2009)



Εχοντας μπει ήδη στις λίστες των μεγάλων περιοδικών ως μια από τις μπάντες που θα μας απασχολήσουν το 2009, οι joy formidable δικαιώνουν με το παραπάνω τη μικρή δόση hype που δέχτηκαν.

Το balloon αλλού προσθέτει και αλλού συμπληρώνει κάποια στοιχειά τα οποία έλειπαν από τον indie χάρτη, όπως τη φωνή της Ritzy Brian. Στιγμές νευρική, στιγμές ονειρική μα πάντα θηλυκή, ιδιαίτερη και διόλου επιτηδευμένη, εκπέμπει φρεσκάδα και ενθουσιασμό. Τη μουσική τους θα τη χαρακτήριζες κιθαριστική επική ποπ με την έννοια που της δίνουν οι muse (χωρίς τα κλαψουρίσματα) με αρκετή δόση από fuzzy κιθάρες. Πίσω από τον “θόρυβο” που πολλές φορές κατακλύζει τα τραγούδια, κρύβονται πιασάρικες μελωδίες και catchy χιτάκια. Γιαυτό και πρόκειται για ένα άλμπουμ που χρήζει προσεκτικής ακρόασης προκειμένου να σου ξεδιπλώσει σωστά τις αρετές του.

Πολλά από τα κομμάτια επιφυλάσσουν εκπλήξεις και αυτό φυσικά είναι ευχάριστο. Όπως το “the greatest light...” που ξεκινά με α-λα “time to pretend” ριφάκι, συνεχίζει σε πιο dream pop μονοπάτια και ξαφνικά σου πετάει ένα δίμποτο (!) και σε “στέλνει”. Η το cradle όπου στέλνουν κιθαριστικά φιλάκια στους Bloc party και εκεί που είσαι έτοιμος να κάνεις τον παραλληλισμό, ακούς αυτά τα woo hoo που δίνουν αυτή τη χαβαλεδιάρικη χροιά και δεν σου αφήνουν περιθώρια συγκρίσεων. Έκπληξη αποτελεί και το πόσο όμορφα δένουν οι φωνές της Ritzy και του καλού της στο “while the flies” και στο ακουστικό “9669” και το γεγονός ότι δεν κάνουν κατάχρηση αυτής της ταιριαστής “συνεργασίας”. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο στου j.f είναι ο επικά φασαριόζικος τρόπος που επιλέγουν να κλείνουν τα περισσότερα από τα κομμάτια τους. Κιθάρες και ντραμς γκαζώνουν και οδηγούνται σε ένα ξέφρενο, κάποιες φορές, οργιαστικό φινάλε. Ιδανικά θεματάκια για να κλείνουν συναυλιακά σετ.


7.2


Επιπλεον βρισκω πολυ συνετη την επιλογη τους να κυκλοφορησουν ένα άλμπουμ με οκτω μονο κομματια, δυο – τρια δηλαδη λιγοτερα από το σύνηθες. Τα περιττά κομμάτια είναι σαν τα περιττά κιλά και οι J.f φαίνεται πως το κατάλαβαν από νωρίς.

Tο ηχητικό “μπαλόνι” των joy formidable ίσως να μη σε κερδίσει σε όλες τις στιγμές του, μη ξεχνάς όμως, αυτό είναι ένα ντεμπούτο άλμπουμ που ως συνήθως το συγκρότημα βρίσκεται στο στάδιο “ψάχνω τη ταυτότητα μου”. Σίγουρα αυτό δεν είναι το 100% των δυνατοτήτων των Ουαλλών και πρόκειται ουσιαστικά για μια πρώτη γεύση των ικανοτήτων τους. Και έχουν ωραία γεύση, δοκιμάστε τους.

7.2

Those will burn: the greatest light is the greatest shade, cradle, 9669


Wednesday, April 15, 2009

Subculture(s) # 001: Mondo Cannibale.

Riz Ortolani & Nino Oliviero
Mondo Cane 1962

Στα 1962, οι Paolo Cavara, Gualtiero Jacopetti, και Franco Prosperi γυρίζουν ένα ντοκιμαντέρ, με τον τίτλο Mondo Cane, το οποίο αποτελείται ουσιαστικά από την καταγραφή διάφορων ‘ασυνήθιστων’ για το δυτικό πολιτισμό πρακτικών, από φυλές ιθαγενών σε ολόκληρο τον κόσμο. Στόχος της ταινίας είναι να προκαλέσει και να σοκάρει το κοινό προβάλλοντας εικόνες ικανές να ταρακουνήσουν ακόμα και σήμερα (φανταστείτε το 1960). Το film προτάθηκε για το Palme d'Or στις Κάννες το 1962 και έκανε αρκετά μεγάλη επιτυχία. Τη μουσική της ταινίας, που μας ενδιαφέρει κυρίως εδώ, έγραψαν ο Riz Ortolani, και ο Nino Oliviero. Το βασικό θέμα είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα, αφού με αγγλικούς στίχους έγινε το More και μετατράπηκε σε ένα από τα πλέον κλασσικά standards. Η μουσική αυτή καθεαυτή, σε μία πρώτη ανάγνωση, έρχεται σε αντίθεση με το γκροτέσκο της ταινίας. Αρκετά κλασσικότροπη, πολύ κοντά στις δουλείες του Nino Rotta, σίγουρα δεν σε προϊδεάζει για το περιεχόμενο της ταινίας αν το ακούσεις ανεξάρτητα από αυτή, ακούγοντάς την όμως σε συνδυασμό με τις εικόνες, δημιουργεί ένα αρκετά παράξενο αποτέλεσμα. Ίσως ακριβώς λόγω της δυτικότητας και της ‘κανονικότητάς’ της, η μουσική σου θυμίζει υποσυνείδητα τον πολιτισμό που ανήκεις, τα ήθη και τα ‘πρέπει’ του, και με αυτόν τον τρόπο κάνει αυτά που προβάλλονται στην ταινία να φαίνονται ακόμα πιο ανήκουστα και αποτρόπαια.

Riz Ortolani
Cannibal Holocaust, 1980

Το Mondo Cane, έδωσε το έναυσμα για την δημιουργία ενός ολόκληρου κινηματογραφικού genre, το οποίο ονομάστηκε mondo films. Τα mondo films, ακλουθώντας την περιχυμένη συνταγή του mondo cane, είναι ντοκιμαντέρ τα οποία εξερευνούν πολιτισμούς ξένους προς τον δυτικό, πάντα όμως σε σχέση με πρακτικές που θα σόκαραν και θα προκαλούσαν τα δυτικά μας ήθη. Ενώ όμως τα mondo films είναι ντοκιμαντέρ, καταγραφές της πραγματικότητας δηλαδή, το mondo cane αποτέλεσε και τη βασική αναφορά για μία άλλα κατηγορία ταινιών, αυτή τη φορά με φανταστική πλοκή. Το 1980 ο Ruggero Deodato φιλμογραφεί το Cannibal Holocaust, κατά πολλούς ένα από τα πιο ακραία film στην ιστορία του κινηματογράφου. Η ταινία ακολουθεί μία ομάδα κινηματογραφιστών που πηγαίνει στη ζούγκλα του Αμαζονίου για να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ. Η ομάδα γνωρίζει τους ιθαγενείς της περιοχής και… ας πούμε ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως θα ήθελαν… Ο Deodato παραδίδει ένα έργο ακραίου ρεαλισμού (με αισθητική άποψη σαφώς επηρεασμένη από τα mondo films) κερδίζοντας το θαυμασμό των συναδέλφων του, αλλά και αντιδράσεις από δεκάδες διαφορετικές πηγές. Όσο αφορά τη μουσική, ο Deodato ζητάει από τον Riz Ortolani να γράψει το soundtrack, έχοντας στο νου του προφανώς τη δουλεία του για το mondo cane και ο Ortolani μας παραδίδει ένα από τα αριστουργήματά του: από τη μία υπάρχουν οι πιο κλασσικότροπες (αλλά και λίγο ‘πειραγμένες’ ταυτόχρονα) συνθέσεις, που παραπέμπουν στη μουσική του mondo cane, από την άλλη ο ιταλός συνθέτης δημιουργεί ένα κράμα από funk και jazz ρυθμούς, αλλά και διάφορους ambient ήχους που παρεμβάλλονται, με πολύ ιδιαίτερο χαρακτήρα, που σαφώς υποστηρίζουν την ταινία, αλλά ταυτόχρονα έχουν και τη δικιά τους αξία ως αυτόνομες συνθέσεις. Ακούστε για παράδειγμα τα Relaxing in the Savanna και Drinking Coco με το απίστευτο groove που δημιουργούν και θα καταλάβετε ότι δεν χρειάζονται υποστήριξη από τις αποτρόπαιες σκηνές τις οποίες φτιάχτηκαν να συνοδεύουν.


Daniele Patucchi
Il paese del sesso selvaggio, 1972

Το Cannibal Holocaust αποτέλεσε το αποκορύφωμα ενός μεγάλου αριθμού ταινιών με παρόμοιο θέμα που γυρίζονται από διάφορους ιταλούς σκηνοθέτες τις δεκαετίες του 70 και του 80. Όπως για παράδειγμα το Il paese del sesso selvaggio του Umberto Lenzi που κυκλοφορεί το 1972. Τη μουσική για το έργο γράφει ο Daniele Patucchi. Αντί όμως να ακολουθήσει μία λογική παρόμοια με του Riz Ortolani, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε διαλόγους από την ίδια την ταινία, τους οποίους και χρησιμοποιεί ως το βασικό υλικό του. Το αποτέλεσμα, είναι 43 μονόλεπτες συνθέσεις που χρησιμοποιούν εκτεταμένα samples και εξελίσσονται μαζί με την πλοκή του έργου και δημιουργώντας μία εξίσου ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Η λογική της χρήσης samples από την ταινία ως το πρωτογενές υλικό για τη σύνθεση της μουσικής, που χρησιμοποιεί ο Patucchi, αλλά και πολλοί άλλοι ιταλοί συνθέτες της περιόδου, δημιουργεί μία τεχνική που θα χρησιμοποιηθεί αργότερα από πολλά συγκροτήματα και καλλιτέχνες σε δίσκους που δεν έχουν άμεση σχέση με κάποιο κινηματογραφικό έργο, δανείζονται όμως διαλόγους από ταινίες για να κτίστει πάνω σε αυτούς το τελικό αποτέλεσμα (βλέπε για παράδειγμα τους Wu-Tang Clan και ολόκληρη τη ‘σχολή’ που δημιούργησαν). Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πως σε στιγμές το soundtrack του Patucchi δημιουργεί μία ατμόσφαιρα που μοιράζεται πολλά κοινά χαρακτηριστικά με πολύ μεταγενέστερες δουλειές, όπως το Since I Left You των Avalanches.


Impetigo
Ultimo mondo cannibale, 1990

Το Ultimo mondo cannibale είναι ένα ακόμα έργο της ίδιας συνομοταξίας με το Cannibal Holocaust και το Il paese del sesso selvaggio, σκηνοθετημένο και αυτό από τον Ruggero Deodato. Οι Impetigo βέβαια δεν έγραψαν το soundtrack της ταινίας (αυτό το έκανε 12 χρόνια νωρίτερα ο Ubaldo Continiello). Οι Impetigo, ένα hardcore/grindcore/death metal συγκρότημα από το Illinois, κυκλοφόρησε το ντεμπούτο του το 1990, δανειζόμενο τον τίτλο του από την ομώνυμη ταινία. Ο δίσκος, που θεωρείται ορόσημο για το είδος, είναι σχεδόν βασανιστικός, και χρειάζεται αρκετή αντοχή για να τον ακούσεις από την αρχή ως το τέλος· αυτό που έχει ενδιαφέρον όμως είναι ότι οι Αμερικανοί δεν δανείζονται μόνο τον τίτλο της ταινίας, αλλά και ένα μεγάλο μέρος των διαλόγων της, τους οποίους και χρησιμοποιούν στις συνθέσεις τους, ως επί το πλείστο με την μορφή εισαγωγών. Είναι από τις πρώτες φορές που η τεχνική χρησιμοποιείται εκτός κινηματογραφικής μουσικής και ουσιαστικά ανοίγει το δρόμο για ένα μεγάλο αριθμό συγκροτημάτων που θα ακολουθήσουν και εκτείνονται σε ένα τεράστιο φάσμα διαφορετικών μουσικών ειδών.

Tuesday, April 14, 2009

The Boxer Rebellion - Union


The Boxer Rebellion

Union

(unsigned,2009)




Σε λάθος εποχή κυκλοφόρησαν τους δίσκους τους το κουαρτέτο από το Λονδίνο. Εν έτη 2000 θα έκλεβαν άνετα τις εντυπώσεις από όλα εκείνα τα γκρουπ που οφείλουν την ύπαρξη τους στους fab five από την Οξφόρδη. Εν έτη 2005 τα δεδομένα είναι αρκετά διαφορετικά και έχοντας εντρυφήσει στην ραδιοχεντολογία περνούν με επιτυχία τις πρώτες τους εξετάσεις με το κριτικά αποδεκτό Exits του 2005 και έχοντας ήδη συμβόλαιο με την Mercury, ετοιμάζονται για το μεγάλο μπαμ. Οι συμπατριώτες τους όμως τους σνομπάρουν για ένα ανεξήγητο λόγο με αποτέλεσμα η εταιρία τους να τους δείξει την πόρτα και να βρεθούν στον δρόμο ως μια ακόμη ανυπόγραφη μπάντα. Το Radiohead revival αποτελεί παρελθόν σε μια χώρα που όλοι προσπαθούν να γίνουν οι νέοι Libertines. Επίσης οι JJ72 διαλύθηκαν, ενώ οι Muse το γύρισαν στο epic όποτε οι Boxer Rebellion δε ταιριάζουν στο σκηνικό. Παρόλα αυτά το καλό το παλικάρι ξέρει και άλλο μονοπάτι και οι B.R πραγματοποιούν μέσω iTunes το δεύτερο βήμα τους, ένα κοκτέιλ των έως τώρα radio-γνώσεων τους, το “ενωτικό” Union.
Στο δεύτερο δίσκο τους οι Λονδρέζοι πατούν στο δρόμο που χάραξαν οι Radiohead (φυσικά) και μας παραδίδουν έντεκα καλοθρεμμένες συνθέσεις που έχουν δουλευτεί προσεκτικά σε ένα παραπάνω από απλά συμπαθητικό σύνολο. Ένα σύνολο τραγουδιών από αυτά που θες να τραγουδήσεις δυνατά σε ένα συναυλιακο sing along, ένα σύνολο συνθέσεων που μπορεί να μη χαίρει άκρας αυθεντικότητας αλλά σε πείθει με την ειλικρίνεια του. Η γεμάτη συναίσθημα ερμηνεία του Nathan Nicholson παραπέμπει σε αυτή του Finn Andrews των Veils (αν και λιγότερο κλαψομούνης) με πινελιές από James Mudrizski (κι όμως!) και είναι από τα δυνατά χαρτιά του Union. Εξίσου σημαντική είναι και η παρουσία του Piers Hewitt στα drums όπου με το ιδιαίτερο στυλ του και τις ευφάνταστες ιδέες του απογειώνει τα κομμάτια προσδίδοντας τους μια σκεπτόμενη δυναμική και ένα στιβαρό κορμό να περιστρέφονται.
Από τις πρώτες κιόλας ακροάσεις του Union, κατέληξα στο συμπέρασμα πως οι B.R είναι κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα του ελληνικού κοινού. Διαθέτουν όλα εκείνα τα στοιχειά που θα τους κάνουν αγαπητούς στη χώρα μας (μελαγχολικοί, μελωδικοί, σκληροί), γιατί λοιπόν να μη γίνουν οι νέοι Archive η οι νέοι Puressence; Αφού στην Αγγλία έχουν – δεν έχουν ελπίδες να επιτύχουν, γιατί να μη τους δίναμε εδώ μια ευκαιρία; Τόσες και τόσες έχουμε δώσει σε μπάντες που δεν το άξιζαν με τη καμία (θυμηθείτε φούσκες τύπου Unisex).
Εκτός βεβαία εάν αποδειχτούν και αυτοί λιγούρια και πέφτουλες όπως κάποιοι από τους παραπάνω και προσπαθήσουν να κλέψουν τα κορίτσια μας, όποτε ευχαριστούμε…δεν θα πάρουμε.

7.9

Those will burn: flashing red light means go, evacuate, soviets, the gospel of Goro Adachi






Monday, April 13, 2009

Magik Markers - Balf Quarry

Magik Markers

Balf Quarry

(Drag City records,2009)



Μακρόσυρτα μπάσα, παραμορφωμένες ηλεκτρικές κιθάρες, στωικά τύμπανα ή μάλλον γκάζια σχεδόν από παντού, μια καταπληκτική φωνή (Elisa Ambrogio) και σχεδόν όλη η ιστορία από girl-groups, art pop, garage, 90's rock, ψυχεδέλεια και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε βρίσκεται κάπου ανάμεσα στα πολλά cd-r - Lp's που έχουν εκδόσει. Πειραματισμοί, δομημένο χάος, θόρυβος και αυτή η φωνή...Δεν είναι τυχαίο ότι ανοίγαν τις συναυλίες των Sonic Youth...Κλείστε τα ματια και θα σας ταξιδέψουν σε στοιχειωμένα μέρη από φωνές και ήχους που ξέρατε μα ξεχάσατε. Τόσο καινούργιοι που θα σε κάνουν να τα ανοίξεις. Το "Don't Talk In Your Sleep" μπαίνει εύκολα μέσα στα best of του 2009....σα παραμορφωμένη Pati Smith, σα στοιχειό.


8.0

Those will burn: Don't Talk In Your Sleep, Psychosomatic, Risperdal




TASTE (Boss - 2007)

Sunday, April 12, 2009

The Mayfair Set - Already Warm b/w Desert Fun 7"

The Mayfair Set

Already Warm b/w Desert Fun


Μια μπάντα από το Μπρούκλιν συναντά μια άλλη απο LA (Blank Dogs+ Dum Dum Girl) και παίρνουν το τίτλο βραβευμένης εκπομπής του BBC του '99. Electralane meets Ian!! Είναι αλήθεια της μόδας ξανά ο Ian Curtis? Γιατί αν είναι τότε οι Mayfair Set είναι στη μόδα.. Το 7" περιέχει δύο πολύ όμορφα κομμάτια (Desert fun, Already Warm) που θα στοιχειώσουν το player σας. Βροχερές "Μανστεστεριανές" μελωδίες με βαρύτονα αντρικά φωνητικά και παραμορφωμένα ποπ γυναικεία. Πες τους όπως θες. Τα τραγούδια αυτά όμως, τόσο εύθραυστα περιδιαβαίνουν χιλιοπατημένα μονοπάτια με καινούργια μπότες από μωβ λουλούδια.

8.3

Those will burn: 2 κομμάτια είναι μάγκες...λιώστε τα.

Saturday, April 11, 2009

Subculture(s) #000

Η υποκουλτούρα δεν τρέφει ψευδαισθήσεις για το τι είναι ‘υψηλή τέχνη’ και τι όχι. Αδιαφορεί για τέτοιου είδους χαρακτηρισμούς, δεν προσπαθεί να ικανοποιήσει συγκεκριμένα αισθητικά κριτήρια και δεν έχει καμία σχέση με οποιαδήποτε μορφή ελιτισμού.

Η υποκουλτούρα δεν ακολουθεί τις προσταγές της μόδας, το ρεύμα και τη μαζικότητα. Η υποκουλτούρα δεν εξαρτάται από τη μαζική/mainstream κουλτούρα, ούτε ορίζεται ως αντίθεση προς αυτή. Αντίθετα, άλλοτε την αγνοεί, άλλοτε την χρησιμοποιεί, αλλά δίνοντας της μία νέα υπόσταση.

Ποτέ μία έτσι νοούμενη υποκουλτούρα δεν μπορεί να είναι ουσιαστικά αντίθετη με μία άλλη υποκουλτούρα. Δύο φαινομενικά αντίθετες υποκουλτούρες μπορούν να συνυπάρξουν ή να διαντιδράσουν.

Η υποκουλτούρα δεν είναι ποτέ αποτέλεσμα μίας άρνησης. Προκύπτει πάντα ως κατάφαση σε κάτι. Σκοπός όμως δεν είναι η οποιασδήποτε μορφής συντήρηση/αποκατάσταση/επαναφορά του αντικειμένου της κατάφασης. Σκοπός είναι η χρησιμοποίησή του και η διασταύρωση του με άλλα στοιχεία που έχει ως αποτέλεσμα ένα νέο, νόθο προϊόν, έτοιμο ανά πάσα στιγμή να ξαναχρησιμοποιηθεί. Η υποκουλτούρα δεν έχει καμία σχέση με τη διαλεκτική. Δεν συνδιαλέγεται, ούτε κρίνει· χρησιμοποιεί· και μέσα από τη διαδικασία χρήσης διαφοροποιεί.

Μία υποκουλτούρα δεν μπορεί να είναι ποτέ μόνη της. Πάντα υπάρχουν πολλές υποκουλτούρες, ενώ τα όρια μεταξύ τους δεν είναι ευδιάκριτα. Συνεχώς κινούνται, μεταβάλλονται, εισχωρούν το ένα μέσα στο άλλο, χάνονται και επανεμφανίζονται σε νέα σημεία. Οι υποκουλτούρες είναι πάντα εν τω γίγνεσθαι. Όταν πάψουν να ‘κινούνται’ σταματούν να συνιστούν υποκουλτούρα. Περνάνε στο παρελθόν και συνεπώς μετατρέπονται σε άριστο υλικό για μία νέα υποκουλτούρα.

Ο σκοπός αυτού του blog δεν είναι ένας. Οι σκοποί αυτού του blog είναι σε πλήθος μεγαλύτεροι ή ίσοι του αριθμού των ανθρώπων που συμμετέχουν σε αυτό και των σχέσεων μου σχηματίζονται ή μπορούν να σχηματιστούν μεταξύ τους. Ο σκοπός του subculture(s) είναι να παρουσιάζει υποκουλτούρες, παλιές ή νέες, ενεργές ή ανενεργές, πραγματοποιημένες ή πιθανές. Ο σκοπός του subculture(s) είναι να διαφοροποιεί συνεχώς το σκοπό του.

Thursday, April 9, 2009

Mixtapes #001: The Very Best

Το ‘mixtapes’ είναι μία καινούργια σειρά από posts, που στόχο έχει να δίνει links για διάφορα ενδιαφέροντα mixes που βρίσκουμε online και θέλουμε να μοιραστούμε. Η έννοια του mixtape βέβαια είναι λίγο χαλαρή, ο καθένας την αντιλαμβάνεται με λίγο διαφορετικό τρόπο. Αλλά αν το αποτέλεσμα είναι καλό, μικρή σημασία έχει αν θα το πεις mix, mixtape, ή ο,τιδήποτε άλλο…

Έτσι και εμείς για το πρώτο post έχουμε ένα mixtape που περισσότερο με κανονική κυκλοφορία μοιάζει. Οι Very Best είναι οι Radioclit μαζί με τον κύριο Esau Mwamwaya, και αρέσκονται σε αφρικανικών αποχρώσεων μουσικές. Στο ‘The very best mixtape’ λοιπόν, παίρνουν τις συνθέσεις διάφορων (indie κατά κύριο λόγω) συγκροτημάτων, από τους Vampire Weekend μέχρι τους Architecture in Helsinki, δίνουν τη δική τους εκδοχή για αυτές και μας τις προσφέρουν για free download από το myspace τους. Εδώ είναι η σελίδα τους στο myspace και εδώ αν θέλετε να το κατεβάσετε απευθείας.

Tuesday, April 7, 2009

Fever Ray - s/t

Fever Ray

s/t

(Rabid Records,2009)


Το Silent Shout είναι ένας από τους αγαπημένους μου δίσκους. Ένας από εκείνους τους δίσκους δηλαδή με τους οποίους συνδέεσαι μαζί τους σε ένα πολύ προσωπικό επίπεδο, συνδέεις τις μουσικές τους με (δικά σου) πρόσωπα και καταστάσεις, τους δίσκους που χρησιμοποιείς για το soundtrack των ονείρων σου και τον εξορκισμό των φόβων σου. Επίσης, το Silent Shout τυγχάνει να είναι και ένας από τους καλύτερους δίσκους ηλεκτρονικής (και όχι μόνο) μουσικής που κυκλοφόρησε τα τελευταία χρόνια. Οπότε είναι μάλλον λογικό το ότι δυσκολεύτηκα αρκετά με αυτόν τον πρώτο προσωπικό δίσκο της Karin Dreijer Andersson. Είχα να ξεπεράσω προσδοκίες και ανα(εμ)μονές ώστε να τον ακούσω ως προς αυτό που προσφέρει και όχι ως προς εκείνο που θα ήθελα εγώ να πάρω από αυτόν. Ναι λοιπόν, το Fever Ray δεν είναι η συνέχεια του Silent Shout. Φυσικά και έχει αναφορές σε αυτού. Και μόνο η φωνή της Karin είναι αρκετή για να γίνουν οι συσχετισμοί. Μόνο που μουσικά επιλέγει να κινηθεί στις πιο σκοτεινές πλευρές του μαχαιριού, και πέρα από αυτές. Down tempo, πολύ περισσότερο ambient παρά dance, κινείται σε εσωστρεφή μονοπάτια και αρκετά μινιμαλιστικούς ήχους, πάνω στους οποίους η φωνή της Karin - κάτι μεταξύ φωνής μικρού παιδιού και ενήλικα, άντρα και γυναίκας - εκφράζει τους φόβους ενός ανθρώπου που μεγαλώνει, μέσα στη δίνη της σημερινής κοινωνίας, ενός ανθρώπου που έχει συναίσθηση της διαδικασίας «ωρίμανσης» αλλά που συνεχίζει να αναζητά απαντήσεις.
Ο δίσκος ανοίγει με το If I had a heart, που είναι και το πρώτο single. Ιδανικό για να το ξεκίνημα, μέσα από το επαναλαμβανόμενο, σχεδόν μονότονο, μοτίβο του δίνει το στίγμα για το τι θα ακολουθήσει. Στη συνέχεια το When I grow up, ανεβάζει αμυδρά τους τόνους και αφήνει κάποιες ακτίνες φωτός να περάσουν μέσα από τα πιο χαλαρά beat που το συγκροτούν. Το Dry and Dusty σε ξαναρίχνει και σε παραδίδει στο Seven που με τη σειρά του σε ξανά-ανηψώνει και η διαδικασία επαναλαμβάνεται… Οι μεταπτώσεις αυτές όμως είναι τόσο αμυδρές που δεν γίνονται αντιληπτές παρά μόνο υποσυνείδητα στην αρχή, και μόνο μετά από πολλές ακροάσεις αρχίζουν να αποκαλύπτουν τον κυματισμό τους. Και αυτό είναι και το κλειδί που θα σου επιτρέψει να διεισδύσεις στα ενδότερα δωμάτια της μουσικής των Fever Ray: Οι πολλαπλές ακροάσεις και η επιμονή. Ο δίσκος είναι δύσκολος και απαιτητικός, ζητάει από τον ακροατή χρόνο και προσοχή. Αλλά η επιβράβευση νομίζω ότι αξίζει και τα δύο.
Το Fever Ray μάλλον δεν θα το θεωρούμε στο μέλλον ως έναν από τους δίσκους – σταθμούς της ηλεκτρονικής (ή οποιασδήποτε άλλης) μουσικής. Έχει χαράξει όμως σταθερή πορεία προς το αταίριαστο σύνολο δίσκων που αποτελούν τις δικιές μου μουσικές εμμονές. Εξάλλου ένας τόσο προσωπικός δίσκος, είναι λογικό να σου μιλήσει σε ένα εξίσου προσωπικό επίπεδο.

8.9

Those will burn: When I grow up, Seven, Triangle walls, Keep the streets empty for me.

Monday, April 6, 2009

Doves - Kingdom of rust

Doves

Kingdom of Rust

(HEAVENLY,2009)


Έχοντας κλείσει ήδη μια δεκαετία στο κουρμπέτι, τα “περιστέρια” επιστρέφουν με το τέταρτο άλμπουμ τους. Τα αδέλφια Williams και ο κύριος Goodwin αποτελούν αναμφίβολα μια ιδιαίτερη περίπτωση βρετανών μουσικών. Δεν παίζουν το παιχνίδι του hype των εγχώριων αδηφάγων ΜΜΕ και δεν τροφοδοτούν στήλες που δεν αφορούν τη μουσική (τους) αλλά κρατούν χαρακτήρα ανθρώπων που ενδιαφέρονται μοναχά να κάνουν τη “δουλειά” τους. Είναι δύσκολο να επιβιώσεις στη σημερινή βρετανική πραγματικότητα δίχως να παριστάνεις τον καραγκιόζη. Κάποια ηλίθια φωτογράφηση στο Q η στο NME, διάφορες πομπώδεις δηλώσεις από δω και από κει, μια υποτιθέμενη κόντρα με κάποιο υποτιθέμενο αντίπαλο δέος, κάνα μπουνιδι έξω από καμιά παμπ, συνθέτουν κάποια από τα συστατικά που θα κάνουν τον κοσμάκη να ασχοληθεί μαζί σου. Οι Doves “παίζουν μπάλα” σε άλλο γήπεδο. Παρέα με τους Elbow αποτελούν τους σημαιοφόρους της σοβαρής νεότερης βρετανικής ροκ και μέσα από τις πολύ καλές τους live εμφανίσεις και τους σταθερά ποιοτικούς τους δίσκους καταφέρνουν chart-topping επιτυχίες και sold out κονσέρτα. Και μας απασχολούν με τη μουσική τους και μόνο.

Με το Lost souls του 2000 μας πρόσφεραν μαγεία που είχε καιρό να προσφέρει μια μπάντα από το τιμημένο Manchester. Άξια τέκνα των New Order και των Stone Roses καταθέτουν ένα σκοτεινό αριστούργημα βασισμένο μεν στις κατευθυντήριες γραμμές των προπατόρων τους αλλά φιλτραρισμένο με μια 00’s λογική. Ότι ήταν το “..Bright Lights” των Interpol για τους Joy Division, υπήρξε το Lost souls για το σύνολο των συγκροτημάτων από το Manchester. Έχοντας τη τάση να τροφοδοτούν αυτή την μαγεία, κυκλοφορούν δυο χρόνια μετά, το Last Broadcast, τη φωτεινή ίσως πλευρά του “..Souls” . Η σκηνή της πόλης ξαναζεί μεγαλεία! Έχουν βέβαια και αυτοί τα σκαμπανεβάσματα τους και στη συνέχεια περνούν μια κρίση ταυτότητας. Με το Some Cities του 2005 διαπιστώνουμε πως η μαγεία μάλλον έχει χαθεί. Έχουν αρχίσει να μουδιάζουν, να στερεύουν και να ατροφούν συνθετικά. Πολλοί αξιόλογοι καλλιτέχνες έχουν περάσει το κλιμακτήριο τους (Θυμηθείτε “πατάτες” τύπου Riot city blues από Primal Scream, η το Uh hah her της Pj από το πρόσφατο παρελθόν). Όταν συνειδητοποιείς κάτι τέτοιο και σκοτώνεσαι να φέρεις τη μαγεία πίσω, συνήθως είναι πολύ αργά. Οι Doves όμως δούλεψαν σκληρά και έφτιαξαν κάποια πρόσθετη μαγεία από την αρχή.

Για να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται, το “Βασίλειο..” θα μπορούσε να αποτελεί την εγκεφαλική πλευρά του Dig out your soul των Oasis. Υπάρχει αυτή η ίδια garage αντίληψη της brit rock με τη διαφορά ότι τα τραγούδια τους είναι πιο σύνθετα και με περισσότερο βάθος από αυτά των αδελφών Gallagher. Ακούστε τα “Outsiders” και “House full of mirrors” και θα καταλάβετε τι εννοώ. Γενικότερα είναι ένας δίσκος που θα φθονήσουν οι συνάδελφοι τους, κυρίως από τη Γηραιά Αλβιόνα. Πάρτε για παράδειγμα το “Kingdom of rust”. Eίναι το single που πάντα προσπαθούσαν αλλά δεν κατάφεραν να γράψουν οι Coral. Παράλληλα έχουμε να κάνουμε με τον καινούριο ύμνο των “περιστεριών”. Φαντάζομαι επίσης τον νευρασθενικό Chris Martin να χτυπιέται από τη ζήλεια του ακούγοντας το ‘10:03” και ειδικά το “Lifelines’. Από την άλλη, στα μείον του τελευταίου τους πονήματος συγκαταλέγω μοναχά το “Spellbound”, μια κακήν κακώς προσπάθεια να ξαναφτιάξουν ένα “The man who told everything” (από το “..Souls” του 2000) και το flat – αχρείαστο – τι θέλει να πει ο ποιητής “Birds flew backwards” το όποιο ξεκινά από κάπου αλλά δεν καταλήγει πουθενά. Επίσης θα πρέπει να παίρνει περισσότερες ευκαιρίες στο μικρόφωνο ο Jez Williams. Το “Jetstreams” όπου ηγείται είναι από τα καλυτέρα εισαγωγικά tracks που άκουσα τελευταία (είναι η δική του φανταστική εκδοχή για το πώς θα έπρεπε να κλείνει το Blade Runner του Ridley Scott όπου δηλώνει φαν), ενώ προς το τέλος με το “Compulsion” επιτυχαίνει μια καταπληκτική α-λα Debbie Harry ερμηνεία (…η ξανθιά ξαναχτύπησε)σε ένα κομμάτι όπου στην αρχή θυμίζει επικίνδυνα “Rapture” από Blondie αλλά στη συνέχεια το σώζει και μας αποζημιώνει με μια ακόμα κορυφαία στιγμή του δισκου.

Οι Doves ξαναβρήκαν το χαμένο μαγικό τους ραβδάκι και επιστρέφουν στα δρώμενα με τον so far καλύτερο φετινό δίσκο από το Νησί (μαζί με αυτόν των Franz). Κάντε τη χάρη λοιπόν στον εαυτό σας να τους αφιερώσετε το χρόνο που αξίζουν αντί να τον σπαταλάτε σε σκουπίδια τύπου Kaiser Chiefs, The View, Kooks και Θεέ μου θα ξεράσω άμα συνεχίσω!

7.7

Those will burn: Jetstreams, Kingdom of rust, 10:03, Compulsion



Saturday, April 4, 2009

Yeah yeah yeah's - It's Blitz


Yeah Yeah Yeah's

It's Blitz

(INTERSCOPE,2009)


Τυγχάνω μεγάλος φαν των Yeah yeah yeah’s τους έχω αφιερώσει ατελείωτες ώρες ακροάσεων και όπως κάθε οπαδός αδημονεί για το επόμενο βήμα, έτσι κι εγώ, ύστερα από το Show your bones του 2006 αναρωτιόμουν για το τι θα επακολουθήσει στην ανεπανάληπτη πορεία τους. Με το Is is EP την επόμενη χρονιά με έβαλαν σε κάποιες υποψίες για την επερχόμενη αλλαγή διότι στο σύνολο του συγκέντρωνε στιγμές που οι Νέο-Υορκεζοι πρώην art punkers άφησαν έξω από το τελευταίο τους άλμπουμ, δίνοντας αναπόφευκτα την εντύπωση πως ήθελαν να ξεμπερδεύουν με το παρελθόν τους.
Όταν πρώτο άκουσα το Blitz έμεινα άναυδος και εξεπλάγην, δεν περίμενα αυτή την ηχητική στροφή. Ενθουσιάστηκα μεν αλλά αναρωτήθηκα δε, τι σόι καπρίτσιο είναι αυτό, η Karen να αποτάσσεται το punk παρελθόν της και να προσπαθεί να μεταμορφωθεί σε Debbie Harry και κατ’ επέκταση οι Yeah yeah yeah’s σε Blondie. Κάτι αντίστοιχο αποπειράθηκαν και οι Long Blondes ένα χρόνο πριν στο Couples. Η διαφορά της απόπειρας των YYY’s με αυτή του συγκροτήματος της Kate Jackson έγκειται στο ότι οι πρώτοι “διαπράττουν την ιεροσυλία“ επιτυχώς. Στο Blitz αντιμετωπίζουν με σεβασμό τα είδωλα τους και όχι με ξεδιαντροπιά. Γνωρίζουν επίσης πως αλλάζοντας τον ήχο που τους καθιέρωσε και τους έκανε αναγνωρίσιμους χάνουν ίσως μέρος της αυθεντικότητας τους αλλά ποσώς τους ενδιαφέρει γιατί “τη βρίσκουν” κάνοντας αυτό που γουστάρουν. Αν και οι ίδιοι δήλωσαν πως μπορεί να ακούγεται διαφορετικό από τις προηγούμενες δουλείες τους αλλά εξακολουθεί να ακούγεται σαν Yeah yeah yeah’s.
Ξεχάστε λοιπόν τις βρώμικες παραγωγές, τα καταιγιστικά ακόρντα και τις δεξιοτεχνικά εκκωφαντικές ηλεκτρικές εκκενώσεις του Nick Zinner και φυσικά την υστερική (με τη καλή πάντα έννοια) trademark ερμηνεία της Karen O. Οι YYY’s (σχεδόν) παρατούν τις κιθάρες και καταπιάνονται με τα synthesizers! Κάνουν μια νέα αρχή, ξεκινούν από το μηδέν.
Από το μηδέν ξεκινά και ο τρίτος τους δίσκος με το “Zero”. Ιδανικό πρώτο single, ενδεικτικό της αλλαγής ύφους, με κολλητικό ρεφρέν, συγκεντρώνει όλα εκείνα τα στοιχειά που δεν αφήνουν περιθώρια αμφισβήτησης για την καινούρια αυτή αλλαγή πλεύσης της μπάντας. Στο “Heads will roll” συνεχίζεται το κόλλημα με την θεία (με την ηλικιακή αλλά και με την θεϊκή έννοια)Debbie. Φλερτάρουν έντονα με τη disco-groovy διάθεση του Parallel lines και συμβαίνει και το εξής μαγικό, η Karen ακούγεται πιο αισθησιακή από ποτέ. Το ατίθασο θηλυκό του “Fever..” μεταμορφώνεται σε κάτι που έτσι κι αλλιώς είχε μέσα του τόσο καιρό αλλά προτιμούσε να κρύβει, χάρη στην πιο εκκεντρική bitchy εικόνα που προτιμούσε να βγάζει προς τα έξω. Ίσως…είναι ερωτευμένη, ποιος ξέρει; Κάτι συμβαίνει με αυτό το κορίτσι. Πώς να εξηγήσει κάνεις αυτή την ανεπιτήδευτη γλυκύτητα με την οποία αναρωτιέται ‘ little shadows, will you follow me? ’ στο φινάλε του Blitz, με την οποία σε αφοπλίζει. To “Hysteric”, λίγο νωρίτερα, δεν είναι καθόλου υστερικό όπως υποδηλώνει ο τίτλος. Εξίσου γλυκό και εμπλουτισμένο με πνευστά προς το τέλος, είναι πανέξυπνα δουλεμένο στην ενορχήστρωση αλλά και στα φωνητικά, ειδικά στο τρόπο με τον οποίο η Θεά προφέρει ‘ Hysteric-al! ’. To “Shame and fortune” είναι ένας φόρος τιμής στους καλούς τους φίλους, τους Tv On The Radio. Το βαρύ ριφ, η στιβαρή παραγωγή μέχρι και κάποια από τα εφέ της κιθάρας είναι σήματα κατατεθέν των μελαμψών κυρίων από το Μπρούκλιν (όπου είμαι σίγουρος ότι συνέβαλλαν, με τον τρόπο τους, στην αλλαγή του τρίου). Παράλληλα είναι ένα τραγούδι που συγκεντρώνει τα φόντα για να μετατραπεί σε ένα από τα νέα highlights των συναυλιών τους. Το “Dull life” αποτελεί τη χρυσή τομή των παλιών και των νέων Υeah’s, ενώ τέλος το ανατριχιαστικό “Skeletons” είναι μάλλον το αντίστοιχο “Maps” του Blitz σε μια πιο ατμοσφαιρική εκδοχή με ψήγματα από την κελτική μουσική (!) και πρόκειται για ένα μεγαλειώδες κομμάτι.
Εν κατακλείδι, οι Yeah yeah yeah’s κυκλοφόρησαν τον πιο χορευτικό, τολμηρό και σέξι δίσκο τους. Μεταμορφώνονται, επαναπροσδιορίζονται και επανεμφανίζονται στο δισκογραφικό προσκήνιο ως ένα διαφορετικό γκρουπ από αυτό που γνωρίζαμε, και καταφέρνουν να σε (ξανά) κερδίσουν ακόμα και από αυτή την πιο ποπ υπόσταση. Πιστεύω πως δεν τίθεται θέμα αποστασιοποιήσεως των οπαδών τους από την νέα τους δουλεία γιατί στη πλειοψηφία τους αποτελούνται από ανοικτόμυαλες μονάδες. Το ίδιο ισχύει και γι’ αυτούς που θα προστεθούν στο fan base τους.

8.0

Those will burn: Zero, Heads will roll, Skeletons, Hysteric

Peter Doherty - Grace/Wastelands

Peter Doherty

Grace/Wastelands

(EMI,2009)



Σκηνή πρώτη: Να σχεδιάζω την διπλωματική μου και να ακούω από τον rock-fm Libertines. Σκηνή δεύτερη: Να προσπαθώ να καταλάβω γιατί η Καte Moss είναι με ένα τύπο σαν τον Doherty... Σκηνή τρίτη: Να σκάει στο τραπέζι το NME και να ακούω από μια φίλη για το πόσο ωραίος γκόμενος είναι ο τύπος πρώην Libertines και νυν Babyshambles...αύτος με την Moss, ο Doherty.

Αυτός ήταν ο Doherty για μένα. Την μουσική του την άκουγα περιστασιακά κυρίως στο Λονδίνο, και μόνο ομώνυμος τον Libertines μου είχε κέντρισει το ενδιαφέρον χωρίς όμως να ασχοληθώ περισσότερο από κάποιες ακροάσεις. Τα εξώφυλλα της Sun και του NME. Όμως άφου άκουσα το διπλό live με τους Babyshambles και μετά άρχισα να συμπαθώ όλο και περισσότερο την μουσική του. Και έφτασε το Grace/Wastelands να με ταρακουνήσει. Όμορφες μπαλάντες (εξαιρετικές οι κιθάρες του Coxon σχεδόν σε όλα τα τραγούδια) με στίχους που ενώ φαίνονται απλοϊκοί, είναι τόσο επίκαιροι και τόσο δυναμικοί - με αναφορές φαντάζομαι σε προσωπικές εμπειρίες- που σε κάνουν να αρχίσεις να σιγοτραγουδάς σχεδόν αμέσως: Your boyfriend’s name was Dave, I was bold and brave, and now you’re mine (A Little Death Behind The Eyes). Δανειζόμενος στοιχεία κυρίως στη ερμηνεία του από goth, jazz, Dylan, Scott Walker κ.α. φτιάχνει ένα κράμα από όμορφα τραγούδια που καταφέρνουν να σε ταρακουνήσουν και να σε μεταφέρουν σε μια αγγλία λίγο πιο Doherty-ιακή -κυριακή με ήλιο σε μια παμπ στo shoreditch-. Πολλές φόρες έχω την αίσθηση πως η ποιητική του θυμίζει την αμεσότητα των Pulp, του Jarvis δηλαδή, ένα συνδυασμό μελαγχολίας και brit pop εμπλουτισμένη με την folk αισθητική του.

8.7

Those will burn: Arcady, Salome, A Little Death Around the Eyes, Sweet by and By, Last of the English Roses και όλα τα άλλα...

Thursday, April 2, 2009

Dan Deacon - Bromst


Dan Deacon

BROMST

(CARPARK,2009)


Ο Τομ Ρομπινς εγραψε καποτε πως η ανθρωποτητα εξελιχτηκε οχι γιατι υπηρξε σοβαρη, υπευθυνη και προσεκτικη αλλα γιατι υπηρξε ανατρεπτικη, επαναστατικη και ανωριμη. Ετσι και η μουσικη.
Για να συμπληρωσεις το παραπανω τριπτυχο πρεπει εκτος απο τολμη και θραρρος, να διαθετεις ταλεντο, αναμφισβητητα, και να κουβαλας καμποση τρελα. Προυποθεσεις που πληρει στο επακρο ο one man band και σπουδαγμενος πανω στην ελεκτρο-ακουστικη και ηλεκτρονικη μουσικη Dan Deacon.
Το εκτο του αλμπουμ με τιτλο Bromst αποτελειται απο ενα συνολο πρωτοτυπων και ανατρεπτικων συνθεσεων που περιστρεφονται σε ενα νεο-μοδιτικο drum n bass κορμο και χαρακτηριζονται απο την ευρεια χρηση πληκτρων, οπου εχουν τον πρωτο ρολο, ηχους βγαλμενους απο τα video games της δεκαετιας του '80 και διαφορα πειραγμενα "στρουμφοφωνητικα".
Η ακροαση του Bromst δεν ειναι μια ευκολη υποθεση για τον μεσο ακροατη αλλα οσο παραξενα και καποιες φορες δισπεπτα και αν ειναι τα βιτσια που βγαζει ο Dan Deacon στα τραγουδια του, δεν αποτυγχανει στο να σε συναρπασει και να σου χαρισει την υπομονη στο να του δωσεις μια δευτερη ευκαιρια. Για την ακριβεια, οταν παιξει μια φορα το cd θελεις καπακι δευτερη!
Οποια εκτιμηση και αν κανει κανεις για τους D.D θα πρεπει να παραδεχτει πως δεν αναμασουν παλιες καλες μερες και βεβαια δεν αποτελουν καμια ασθενικη η χλεμπονιαρικη αναμνηση πρωτο-διδαξαντων συγκροτηματων. Η μαγκια του τυπα απο τη Βαλτιμορη ειναι πως δυσκολευεσαι να τον κατηγοριοποιησεις και να τον ενταξεις σε καποιο μουσικο status quo. Η μουσικη του Bromst ειναι σαν μια σουπα και οι D.D φροντιζουν να την ανακατεβουν συνεχεια για να μη βγουν στον αφρο οι επιρροες τους. Θα τολμησω ωστοσο να πω πως θα μπορουσαν να αποτελουν ενα εξελιγμενο μοντελο σχηματων οπως οι Add n to X η των Fat truckers με μια δοση απο Battles (επιτυγχανοντας να κανουν την υπερβαση που δεν καταφεραν οι τελευταιοι).
Η ιδιοφυια του Dan Deacon μας παραδιδει ενα εργο το οποιο σε κερδιζει με τον αυθορμητισμο του και εχει τη δυνατοτητα να σε ερεθισει εγκεφαλικα και συναισθηματικα. Αφου ηδη χαρισατε την υπομονη σας και τον χρονο σας στο ξαδερφακι του Bromst, "Merriweather post pavillion", πραξτε το ιδιο και με αυτο εδω, δεν χρειαζεσαι πολυ προσπαθεια για να το λατρεψεις...

9.0

Those will burn: Snookered, Woof woof, Slow with the horns/Run for your life, Baltihorse

Wednesday, April 1, 2009

Franz Ferdinand – Tonight

Franz Ferdinand

Tonight

(Domino, 2009)


Τρίτο album για τους Franz Ferdinand… Το να γράψεις για αυτό πίστευα ότι θα ήταν ιδανική ευκαιρία για να εξαπολύσει κάποιος όλα τα βέλη του και τα πικρόχολα σχόλιά του για ‘επιφανειακή μουσική’, ‘έλλειψη μουσικής προσωπικότητας’, τα ‘κατασκευάσματα του NME που πλασάρονται ως εναλλακτική μουσική ενώ στην πραγματικότητα βρίσκονται στην καρδιά του mainstream’ και δεκάδες άλλα τέτοια σχόλια που εκφράζουν τα απωθημένα όλων εμάς που έχουμε κάποια κολλήματα με μουσικές που έχουν επιτυχία στις μάζες και χρησιμοποιούν στοιχεία και αναφορές που για κάποιο παράδοξο αλλά και ιδιαίτερο λόγο θεωρούμε ‘δικά μας’. Για να είμαι ειλικρινής θα μπορούσα να εκφράσω πολύ εύκολα όλα μου τα – τέτοιας φύσης – απωθημένα με τους δύο προηγούμενους δίσκους τους. Αν εξαιρέσουμε το Darts of pleasure που ήταν πανέμορφο τραγούδι, δεν είχαν να προσφέρουν απολύτως τίποτα (χε,χε). Κι όμως, σε πείσμα όλων εμάς των κολλημένων, να που κάτι πάνε να αρθρώσουν με το Tonight. Όχι ότι άλλαξε ιδιαίτερα η φιλοσοφία τους ή ότι ξαφνικά μετατράπηκαν σε συγκρότημα πρώτης γραμμής. Απλά, κάτι η πιο πειραματική διάθεση, κάτι τα λοξά βλέμματα προς την άλλη πλευρά του ατλαντικού και την dance-punk σκηνή της Νέας Υόρκης, κάτι η εμπειρία και η ωριμότητα που αναπόφευκτα αποκτούν σιγά σιγά, κάνουν το δίσκο να ακούγεται συμπαθητικός. Πάρτε για παράδειγμα το Lucid Dreams: ξεκινάει σαν ένα συνηθισμένο Franz Ferdinand single για να χαθεί στο δεύτερο μέρος των σχεδόν 8 λεπτών της διάρκειάς του (η οποία από μόνη της φαντάζει οξύμωρη) σε ένα acid beat που φέρνει στο μυαλό κάτι από Stone Roses ή Primal Scream. Αν μη τι άλλο, προσπαθούν. Και σε αρκετά σημεία τα καταφέρνουν κιόλας. Για κάποιον που δεν περίμενε τίποτα αυτό είναι αρκετό… μέχρι την επόμενη φορά.

6.7

Those will burn: Can’t stop feeling, Lucid Dreams.

Morrissey – Years of refusal

Morrissey

Years of refusal

( Decca, 2009)


2009, και ο Moz έχει βαλθεί να μας αποδείξει ότι διανύει περίοδο ιδιαίτερης ακμής και παραγωγικότητας. Και σε γενικές γραμμές τα καταφέρνει. Ο νέος του δίσκος κινείται στα υψηλά standards που ο ίδιος έθεσε με τις δύο προηγούμενες δουλειές του. Για τα δικά μου γούστα το αποτέλεσμα βρίσκεται λίγο πιο κάτω από το You Are the Quarry και λίγο πιο πάνω από το Ringleader of the Tormentors, αλλά στην πραγματικότητα αυτό δεν έχει καμία σημασία, η μουσική άποψη του δίσκου δεν διαφοροποιείται ιδιαίτερα από τους προκατόχους της. Σε γενικές γραμμές λοιπόν, ο Morrissey μας παραδίδει γρήγορα κομμάτια με τις κιθάρες του Boz Boorer να πρωταγωνιστούν και να δίνουν έναν σχεδόν hard rock χαρακτήρα, ενώ οι στίχοι του Moz βρίσκονται στα γνωστά υψηλά επίπεδα: στην χειρότερη περίπτωση τους ακούς με ενδιαφέρον, στην καλύτερη είναι απολαυστικοί. Από την άλλη, τα 12 τραγούδια του δίσκου δημιουργούν ένα αρκετά ομοιογενές σύνολο και μία αίσθηση επανάληψης κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να βαριέσαι ή να κουράζεσαι από το δίσκο λίγο εύκολα. Ενώ δηλαδή το κάθε κομμάτι από μόνο του θα μπορούσε να σταθεί πάρα πολύ καλά - αν ακούσετε κάποιο στο ράδιο για παράδειγμα θα εντυπωσιαστείτε – η ακρόαση και των 12 εν σειρά δημιουργεί επαναλήψεις, όχι τόσο ως προς τις συνθέσεις αυτές καθαυτές όσο ως προς την ατμόσφαιρα που δημιουργούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Sorry doesn’t help που χρησιμοποιεί τα πλήκτρα λίγο διαφορετικά και αμέσως διαφοροποιείται και ξεχωρίζει από τα υπόλοιπα.
Για να μην παρεξηγηθώ: ο δίσκος είναι καλός και είμαι σίγουρος ότι θα αρέσει στους περισσότερους. Κάποιοι μάλιστα μπορεί και να τον λατρέψουν. Απλά ίσως να περίμενα κάτι λίγο διαφορετικό. Ή μπορεί απλά οι απαιτήσεις μου από τον Moz να είναι πολύ ψηλές. Ένα είναι σίγουρο: με αυτά τα κομμάτια στη διάθεσή του, οι συναυλίες του θα είναι σαρωτικές. Ας ελπίσουμε ότι θα έρθει κατά ‘δω…

7.6

Those will burn: When I last spoke to carol, All you need is me, Sorry doesn’t help.

Hot Chip – with Robert Wyatt and Geese

Hot Chip

with Robert Wyatt and Geese

(EMI, 2008)


Ο συνδυασμός φαντάζει αρχικά παράταιρος: Από τη μία οι Hot Chip. Ηλεκτρονικοί με έντονες soul και disco καταβολές, και με έναν υπέροχο δίσκο μέσα στο 2008. Από την άλλη ο Robert Wyatt. Εμβληματική μορφή της avant guard, χρόνια πειραματιστής και με πολύ συγκεκριμένη πρόταση για τη μουσική. Το κερασάκι στην τούρτα οι Geese.
Αφού όμως ακούσει κανείς τα 4 κομμάτια που απαρτίζουν αυτό το EP, οι αμφιβολίες μοιάζουν να εξαφανίζονται και η συνύπαρξη να φαίνεται φυσιολογική. Όλες οι συνθέσεις που θα βρείτε εδώ προέρχονται από το Made in the Dark των Hot Chip. Τα Made in the Dark και Whistle for Will επανεκτελούνται μαζί με τον Robert Wyatt. Το We’re looking for a lot of love επανεκτελείται με τον Robert Wyatt και remix-άρεται από τους Geese, και τέλος το One pure thought remix-άρεται από τους Geese. Αν και προτιμώ τα πρωτότυπα και στις 4 περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι συμπαθητικό, ιδιαίτερα στο δύο πρώτα κομμάτια που αποκτούν αυτή τη γνώριμη υφή των δουλειών του Wyatt. Από την άλλη όμως, θα περίμενα λίγο πιο τολμηρές επιλογές τραγουδιών. Γιατί οι τρεις συνθέσεις στις οποίες συμμετέχει ο Wyatt, είναι αυτές που βρίσκονται πιο κοντά στο προσωπικό στυλ του βρετανού: down tempo, αργές και ήρεμες χωρίς ιδιαίτερα ξεσπάσματα. Δεν λέω, όμορφο το αποτέλεσμα, αλλά λίγο ‘εύκολο’. Θα προτιμούσα να δω τι θα είχε να πει ο Robert για ένα Ready for the floor ή για ένα Hold on! Όπως και να ‘χει, για όλους εμάς που έχουμε μαγευτεί από τις δουλείες των Hot Chip το EP είναι ένας καλός λόγος να μας κρατήσει απασχολημένους μέχρι τη επόμενη κυκλοφορία τους. Για τους υπόλοιπους ίσως είναι λίγο αδιάφορο.

7.0