Devendra Banhart What will we be (Warner/Reprise,2009) |
Ο καλός μας Devendra λοιπόν επέστρεψε! Τι καλά! Και τι ωραίο, επτά χρόνια και επτά άλμπουμ μετά, λες απλά Devendra και ο άλλος καταλαβαίνει αμέσως για ποιον μιλάς. Μπορεί στο Αμέρικα να τον γνωρίζουν σαν τον μουσάτο χίπι που κουτούπωνε κάποτε τη Natalie Portman αλλά εμείς μπορούμε να καυχιόμαστε ότι τον γνωρίζουμε απο τότε που έκανε πρωτοσέλιδο ένα παραμερισμένο μουσικό στυλ, αυτό του freak folk (η avant-folk η psych folk, διαλέχτε). Με τα χρόνια είπε να τιμήσει και τις λατίνο-αμερικάνικες ρίζες του (μεγάλωσε στη Βενεζουέλα) γράφοντας αρκετά τραγούδια του στη μητρική του γλώσσα, μας παρέδωσε και κάποιες αποκαλούμενες el canario συνθέσεις (προς τιμήν του Δομινικανού Jose Alberto "El Canario"), ενω παράλληλα πρόδιδε χωρίς ενοχή την αγάπη του για τον ήχο των 70's, τον Nick Drake και τους Everly Brothers. Πολυτάλαντος αναμφισβήτητα, έκανε οικείους κάποιους ήχους που ένα ευρύ κοινό σαν αυτό της "ροκ" δεν είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα και κατάφερε να αποτελέσει απο μόνος του μια ξεχωριστή κατηγορία μιας και είναι αδύνατο να τον κατατάξεις (πια) σε ένα συγκεκριμένο μουσικό ύφος.
Στα του What will we be τώρα. Κάποιοι στάθηκαν στο γεγονός ότι υπέγραψε σε πολυεθνική, όπου πολυεθνική ο Σατανάς για τους ορκισμένους indie και πάρε θάψιμο πρίν ακουσουν καν το δίσκο. Η σχέση του Devendra με τις δισκογραφικές έχει αρκετό ενδιαφέρον και μια ανοδική, κατα κάποιο τρόπο πορεία. Από την καρα-indie Young God του Oh me oh my και του Rejoicing μεταπήδησε στην XL recordings και φέτος στην too much Warner/Reprise. Δηλαδή είναι τόσο κακό που δεν θέλει να τον φάει η μαρμάγκα? Η αλήθεια βέβαια είναι ότι πολλές φορές αυτές οι μεγάλες εταιρίες περιορίζουν δημιουργικά τους καλλιτέχνες αλλά ο Banhart δεν ανήκει σε αυτή τη κατηγορία. Ναι μεν ο ήχος του W.W.W.B είναι ο πιο radio friendly ήχος του μέχρι σήμερα και οι συνθέσεις του πιο προσιτές αλλά έτσι κι αλλιώς, αυτό θα ήταν το επόμενο βήμα του. Στη τελική μακάρι να ήταν όλα τα radio friendly δισκάκια σαν αυτό.
Έχοντας διατηρήσει μέρος της εκκεντρικότητάς του μας παραδίδει 14 συνθέσεις που εναλλάσσονται σε μουσικό στυλ. Απο τη lounge διάθεση του εναρκτήριου "Cant help but smiling" στη γλυκόπικρη φολκ του 'Angelika (το οποίο μεταμορφώνεται μαγευτικά σε latino singalong), στο pseudo-funky του "Baby", στην alt country του "Goin back", στο αργόσυρτο πιανιστικό "First song for B" ("Now i take everything as a good sign coz i'm in love/I take everything as a sign from God"), στη MilesΝτεϊβικη τζαζ του "Chin chin & Muck muck" (με αποχρώσεις απο "My funny valentine" στη Chet Baker εκδοχή), στη glam rock του "16th and valencia.." (έχει και συνέχεια), στο ζεπελινικό "Rats" με το α-λα Ian Gillan (απο Purple) ουρλιαχτό στο φινάλε, στη reaggae του "Foolin" και πάει λέγοντας. Το point σε όλη αυτή την ηχητική εναλλαγή είναι οτι ακούγεται όχι απλά ανεκτή αλλά διασκεδαστική και ευχάριστη γιατί το αποτέλεσμα ακούγεται δικό του. Το αποτέλεσμα είναι Ντεβέντρα.
Κάπου διάβασα ένα ωραίο οτι η μουσική του Banhart έχει έναν τρόπο να σε κάνει να αισθάνεσαι καλά, δίχως να έχεις την ανάγκη να το αναφέρεις. Στο What will we be το συναίσθημα αυτό εξακολουθεί να ισχύει.
8.0
Those will burn: Cant help but smiling, Angelika, First song for B, Chin chin & muck muck, Maria Lionza