Ένα φαινομενικά ηλιόλουστο απόγευμα του Μάη βρήκα το Βασσιλικό, ιθύνων νου και φυσικά τραγουδιστή των RainingPleasure, καθίσαμε στο μπαλκόνι του σπιτιού του και αφού κάναμε μια προακρόαση του νέου του δίσκου που θα κυκλοφορήσει σόλο μετά το καλοκαίρι υπό τον τίτλο Vintage(ένας δίσκος με διασκευές από Leonard Cohen, Beatles,Velvet Undeground μέχρι Shirley Bassey και Billie Holiday) ξεκινήσαμε να μιλάμε εφ’ όλης της ύλης (κλισεεεέ!) με επίκεντρο την επερχόμενη προσωπική του κυκλοφορία και φυσικά τη μπάντα του. Τυγχάνω να τον γνωρίζω μερικά χρόνια και όπως σε όλες τις συζητήσεις μας έτσι και σ’ αυτήν εδώ τη κουβέντα που θα διαβάσετε, μιλά ακομπλεξάριστα, με ειλικρίνεια και πάνω απ’ όλα προσγειωμένα δίχως ίχνος σταριλικιού. Ξεκίνησε με τον Πατρινό ήλιο να καίει τα πρόσωπα μας, συνέχισε με ένα δροσερό αεράκι, έπειτα συννέφιασε, “έβγαλε” κρύο, μετά έριξε μερικές ψιχάλες και στο τέλος σταμάτησε και πάλι ήλιος.. Και όλα αυτά μέσα σε ένα 2ωρο! Έτσι είναι η Πάτρα. Και αυτός είναι ο Βασσιλικός.
Αυτός είναι ένας δίσκος που ήθελα να κάνω πάρα πάρα πολλά χρόνια. Σε κάποια φάση ξεκινήσαμε θεωρητικά να το κάνουμε με τους Pleasure αλλά πρόεκυψε η φάση Reflections και κάναμε το Reflections όποτε αυτό πήγε στην άκρη.
Άρα η ιδέα ενός δίσκου με διασκευές πάει πίσω στο χρόνο κάπου στο…2003?
Η ιδέα πάει αρκετά πιο πίσω. Είναι ένα πολύ παλιό πράγμα μέσα μου. Λίγο ήξερα τι να κάνω και λίγο ήθελα να κάνω, ένας συνδυασμός αυτών των δυο. Πέρυσι τέτοια εποχή μου καρφώθηκε στο μυαλό η ιδέα να το κάνω τώρα και να το κάνω μόνος μου.
Γιατί θεώρησες τη στιγμή εκείνη κατάλληλη?
Ήταν μια εποχή όπου ο κύκλος Juliet είχε αρχίσει να κλείνει, δεν θα ήμασταν τόσο δραστήριοι για το καλοκαίρι, εγώ είχα όρεξη να κάνω πράγματα και είχα όρεξη και για στούντιο όπου αρχικά μπήκα τελείως μόνος μου και μετά τηλεφώνησα στον Clive (σ.σ Clive Martin ο παραγωγός των Puressence, Stereophonics, Mansun κ.α. αλλά και του Who’s gonna tell Juliet) και τον ρώτησα αν θέλει να το κάνουμε παρέα και δέχτηκε.
Σ’ αρέσει η διαδικασία του στούντιο?
Πάρα πολύ
Το απολαμβάνεις πιο πολύ απ’ ότι τα live?
Τώρα πια ναι αν και το κάθε ένα έχει τη δική του χάρη. Αυτή τη φορά το φχαριστηθικα πάρα πολύ. Πρώτα γιατί έκανα το πείραμα να είμαι εντελώς μόνος μου και δεύτερον ότι όλη η διαδικασία είχε το σασπένς ότι δεν ήξερα πως θα καταλήξει, που θα πάει, δεν ήξερα καν ότι θα κάνω δίσκο αρχικά.
Δεν αποσκοπούσε κάπου αυτή η μοναχική πρωτοβουλία?
Όχι, τότε ήμουν σε μια φάση που είχα την ανάγκη να εκφράσω κάτι που δεν ήξερα τι είναι. Γι’ αυτό δεν έμπλεξα κάποιον άλλο μέσα σ’ αυτή τη διαδικασία. Και το είδα σχεδόν θεραπευτικά. Ήθελα να μπω στο στούντιο χωρίς να ΠΡΕΠΕΙ να βγάλω δίσκο.
Η λογική ήταν να παίξω με το στούντιο. Στη συνέχεια καθίσαμε με τον Clive και σκεφτήκαμε τι θα μπορούσα να κάνω, του λέω «είχα αυτή την ιδέα κάποτε και θα ήθελα να το κάνω, να μαζέψω δηλαδή κάποια κομμάτια που αγαπώ πάρα πολύ, από πάρα πολύ παλιά και να κάτσω να τα κάνω με το δικό μου τρόπο». Ενώ ήταν στο αρχικό πλάνο, τελικά δεν κάναμε τίποτα δικό μου, άλλα μιας και υπήρχε αυτό το μαράζι, ξεκινήσαμε απ’ αυτό. Κάθισα με μια ακουστική, έπαιζα κομμάτια, ο Clive τα έγραφε, πρέπει να γράψαμε 50 κομμάτια κιθάρα-φωνή και μετά πιάσαμε κάποια απ’ αυτά και ξεκινήσαμε να παίζουμε. Τι μπορούμε να κάνουμε εδώ, τι εκεί. Έτσι καταλήξαμε στα 14 τραγούδια και πρόεκυψε δίσκος.
Ο οποίος θα κυκλοφορήσει μέσω EMI όπως ο τελευταίος Pleasure?
Ο τελευταίος δίσκος έχει διανομή μόνο από την EMI, η εταιρία ήταν δική μας, η νεοσύστατη celesta. Σ’ αυτό το δίσκο συνεργάζομαι με τη Sony.
Πότε κυκλοφορεί?
Ήταν να κυκλοφορήσει την άνοιξη αλλά στράβωσαν κάποια πράγματα και μας έπιασε καλοκαίρι και είπαμε αφού δεν είναι που δεν είναι καλοκαιρινός δίσκος, ας το πάμε στην ώρα του και ας κάνουμε και λίγο υπομονή.
Το ότι έχεις ένα δίσκο ουσιαστικά έτοιμο από τα Χριστούγεννα και περιμένεις τόσο καιρό να βγει…δεν σε εκνευρίζει αυτή η αναμονή?
Ναι αλλά ήταν πολύ και καλοί οι λόγοι που είπαμε να πάμε για Σεπτέμβριο οπότε αξίζει.
Φαντάζομαι πως τα τραγούδια που επέλεξες να διασκευάσεις σημαίνουν κάτι για σένα.
Σαφώς, όλα έχουν μια μικρή ιστορία στη δική μου ζωή προσωπικά.
Να υποθέσω μέσα από τους στίχους και τις καταστάσεις που περνούσες όταν τα άκουγες?
Μέσα απ’ όλα, και τα 50, αλλά καταλήξαμε σε 14 γιατί θέλαμε να κάνουμε ένα άλμπουμ.
Θα ήθελα να μου μιλήσεις για την απόφαση σου να μετακομίσεις στο εξωτερικό, τι σε χαλούσε στην Ελλάδα?
Πάντα, όπου και να είσαι, όλο κάτι σε χαλάει, αλλά στην ουσία για μένα δεν ήταν μετακόμιση αυτό το πράγμα. Υποτίθεται πως πήγα να ξεκουραστώ για λίγο καιρό και απλά δε γύρισα.
Τι σε κράτησε στη Γερμανία?
Το διαφορετικό του πράγματος, μη περιμένεις να ακούσεις μεγάλα και σημαντικά πράγματα. Για μένα ήταν η διαφορετική καθημερινότητα κάτι που είχα πάρα πολύ ανάγκη εκείνο το καιρό.
Είχε γίνει ρουτίνα η ζωή εδώ?
Να στο πω αλλιώς. Αυτό που είδα να επιδρά εντυπωσιακά πάνω μου ήταν το πόσο μια διαφορετική καθημερινότητα, όχι απαραίτητα καλύτερη η χειρότερη μπορεί να σε γεμίσει ζωή ξανά. Όπως και τόση όρεξη να κάνεις οτιδήποτε, χρειαζόμουν αυτό το συναίσθημα.
Άρα σε επηρέασε και συνθετικά-δημιουργικά
Σαφώς, γιατί εδώ υπήρξε μια μεγάλη περίοδος που δεν ήμουν δημιουργικός και αυτό δεν ήταν φυσικό για μένα. Είχα ανάγκη να γράψω. Λίγο καιρό μετά αφότου πήγα στη Γερμανία, κάνα 2-3 μήνες μετά, ξεκίνησα να γράφω κομμάτια για το Juliet.
Η γερμανική σκηνή πως σου φαίνεται?
Έχει ενδιαφέρον και επίσης της αξίζει να ονομαστεί “σκηνή” γιατί κακά τα ψέματα, δε μπορούμε να μιλάμε για σκηνή στην Ελλάδα.
Μπορεί να ακουστεί λίγο περίεργο αυτό που θα πω αλλά δεν φταίνε γι’ αυτό οι συνθήκες, οι δισκογραφικές και όλα τα υπόλοιπα. Φταίνε τα γκρουπ.
Λόγο νοοτροπίας?
Ναι, έχουν την νοοτροπία την πολύ “indie” την οποία δε συμπαθώ ιδιαίτερα. Ποτέ δεν τη συμπάθησα και ποτέ δεν έβαλα τους Pleasure η τον εαυτό μου στην indie…κοινότητα. Και μπορεί ο καθένας να το ψάξει για του λόγου το αληθές.
Αυτό ισχύει, αλλά ισχύει και κάτι άλλο. Όταν εμείς βγήκαμε από αυτό το απωθητικό, εσώκλειστο πράγμα που λέγεται “indie κοινότητα” και κάναμε υποτίθεται μια πιο mainstream επιτυχία, δεχτήκαμε επιθέσεις από αυτή τη κοινότητα, όχι από τους υπόλοιπους.
Στην οποία βασιλεύει η ματαιοδοξία πιστεύω.
Στην οποία βασιλεύει αυτό που βασιλεύει σε κάθε ανθρώπινο ον, το «θέλω να επικρατήσω». Ότι και να λέμε, αυτό είναι και αυτό είναι για όλους.
Τι συνέβη εκείνο το καιρό?
Εμείς κάναμε ένα μεγάλο άνοιγμα το όποιο τότε θεωρήσαμε ότι μπορεί να μας στηρίξει, το όποιο μπορούμε να το χαρούμε όλοι μαζί και να ανοίξουμε το δρόμο για διάφορα πράγματα.
Αλλά αντιμετωπίσατε μαλακισμένες συμπεριφορές.
Δεν εκπλαγήκαμε και προσωπικά είχα από πάρα πολύ νωρίς στο μυαλό μου ότι κάτι δε πάει καλά σ’ αυτό το χώρο.
Λίγο πιο ήρεμα?
Με λιγότερη προσωπική εμπάθεια, πολύ πιο αντικειμενικά, όσο γίνεται να το δει έτσι κανείς.
Οι άσχημες αντιδράσεις ήρθαν από ανθρώπους που θα τους χαρακτήριζες ορκισμένους indie.
Που θέλουν να παραμείνουν ορκισμένοι indie γιατί έτσι νιώθουν να υπάρχουν και να αναπροσδιορίζονται και όσο και να λένε «δε μας βοηθούν να φτιάξουμε σκηνή» στην ουσία δε το θέλουν. Θέλουν να παραμείνουν αυτό το μικρό εσώκλειστο πράγμα. Σ’ αυτό αντιδρώ, σε τίποτα άλλο. Ο καθένας μπορεί να κάνει ότι θέλει.
Κατηγορηθήκατε με βαριές λέξεις όπως “ξεπούλημα”. Η απάντηση ήταν τα τελευταία σας δυο άλμπουμ?
Τα άλμπουμ δεν είναι απάντηση σε τίποτα, τα άλμπουμ είναι τρόπος έκφρασης.
Θέλω να πω, πως γίνεται να θεωρείς ξεπουλημένο κάποιο που έχει κάνει δουλείες σαν το forwards and backwards η το who’s gonna tell Juliet..
Κατ΄ αρχάς, η πρώτη κόντρα που παίχτηκε ήταν όταν δώσαμε τραγούδι σε διαφήμιση, εμείς φάγαμε το πρώτο λούσιμο και έπειτα όλοι έτρεχαν να δώσουν τραγούδι σε διαφήμιση.
Δεν θέλω να φάνω σαν αυτός που αντιπαθεί όλες τις μικρές προσπάθειες που γίνονται, ισα ισα, αλλά οι προσπάθειες είναι μικρές επειδή οι καταστάσεις δεν αφήνουν να γίνουν μεγαλύτερες, αλλά δεν ξέρω πραγματικά αν θέλουν να γίνουν μεγαλύτερες…σε επίπεδο σκηνής και νομίζω ότι κάθε ένας, κάθε μικρή οντότητα, μονάδα που λέγεται γκρουπ θα ήθελε να κάνει τη διαφορά. Αλλά αν τη κάνει κάποιο άλλο γκρουπ, θα ενοχληθεί. Έχω αυτή την αίσθηση και αυτό είναι που με πειράζει και με πονά περισσότερο.
Η επιτυχία των Raining Pleasure συμπαρέσυρε πάντως και άλλα γκρουπ μαζί. Λόγο των R.P ξεκίνησε να αναφέρεται η περιβόητη σκηνή της Πάτρας. Κατ’ αρχήν, υφίσταται “σκηνή της Πάτρας?”
Όχι, αντίσκηνο είναι. Γιατί αν θέλουμε να μιλάμε για σκηνή πρέπει να έχουμε ανθρώπους που έχουν όρεξη να λειτουργήσουν σαν ομάδα, ακομπλεξάριστα.
Ο ανταγωνισμός είναι θεμιτός…
Ναι, και είναι υγιής, αλλά όχι σε βαθμό να αντιπαθείς την επιτυχία του άλλου.
Είναι έμφυτο ελληνικό αυτό το χαρακτηριστικό?
Είναι γενικά ανθρώπινο. Αυτό που είναι ελληνικό, επειδή ζω πολλά χρόνια στη Γερμανία και είδα λίγο την αντίστοιχη κατάσταση, εκεί πέρα δεν υπάρχει το κόμπλεξ του «α, έκανε αυτή τη κίνηση, ξεπουλήθηκε». Τα γκρουπ παίζουν παντού, χωρίς “ενοχές” και αν κάποιος είναι καλός σ’ αυτό που κάνει, σε όποιο περιβάλλον και αν παίξει τη μουσική του, θα συγκινήσει. Γιατί δε μιλάει με μαθηματικά αλλά με μουσική.
Αυτό ήταν το στοίχημα που παίξατε με την εμφάνιση στη περιβόητη αυτή εκπομπή?
Παρ’ ότι ακούσαμε πολλά «μη πάτε» από κοντινούς μας ανθρώπους, είπα στα παιδία ότι έως πότε θα καθόμαστε και θα βρίζουμε τις καταστάσεις? Το ένα είναι χάλια, το άλλο είναι χάλια. Αν εμείς θεωρούμε ότι είμαστε καλοί, όπου και να πάμε, θα εξακολουθήσουμε να είμαστε καλοί. Σε πειράζει? Είναι σκατά? Πήγαινε και καλυτέρεψέ το!
Αυτά είναι ωραία να τα ακούς, δε θα πω ψέματα σε κανέναν, αλλά αποφεύγω να ταυτιστώ με μεγάλες κουβέντες, θετικές είτε αρνητικές, γιατί και οι δυο κρύβουν παγίδες. Από την άλλη υπάρχει η υποκειμενικότητα του πράγματος. Το τι θεωρείτε σημαντικό, δεν μπορεί να οριστεί από κανένα. Χαίρομαι πάντως που δεν έχει πάει στράφι όλη η δουλεία που έχω κάνει στο παρελθόν και υπάρχουν άνθρωποι που για τους δικούς τους λόγους και με το δικό τους τρόπο το εκτιμούν όλο αυτό.
Saya Gray - H.B.W
6 days ago
No comments:
Post a Comment