Monday, October 28, 2013

Για κανονικό review κοίτα αλλού

Γιάγκος Δράκος
Η μουσική κυριαρχία
(Τρολ Δίσκοι, 2013)


   Και κάπως έτσι λοιπόν ξεκινάει ένας μικρός εμφύλιος στο onewillburn. Ο λόγος νομίζω είναι προφανής, αλλά για παν ενδεχόμενο κοιτάχτε και λίγο παρακάτω... ή εδώ. Ο ακατανόμαστος, με τον καινούργιο του δίσκο, μοστράρει απλός και ωραίος. Στα λημέρια μας... Ούτε ιερό, ούτε όσιο... Γενικότερα νομίζω, ο κόσμος προτιμάει απλές, σοβαρές και τεχνικές κριτικές. Τα κείμενα να έχουν ένα επίπεδο ας πούμε. Γιαυτό και εγώ θα προσπαθήσω να μιλήσω με επιχειρήματα και όχι με προκατειλημμένες απόψεις. Αλλά για τον drak... έ ι ξ μιλάμε, δεν παίρνω και όρκο... Τώρα θα μου πει κάποιος, γιατί, για τον Kanye τα ίδια δεν έχετε; Μοίαζει η φάση, αλλά... 1ον με τον Kanye εγώ είμαι στο άλλο στρατόπεδο. Και 2ον ο Kanye είχε βγάλει και κάτι δίσκους αναγνωρισμένους, με τους οποίους μας έβαλε στο σκεπτικό του, και από τότε τον ακολουθούμε και παραβλέπουμε τυχόν ανορθόδοξες επιλογές. Το μόνο κακό με το αυτό το κείμενο είναι ότι θα μας το πετάει ο bombbier για αντι-κάνια επιχείρηματα. Δύσκολη λοιπόν η θέση μου...
    Ξεκινώντας λοιπόν, να πω ότι για μένα ισχύει η φράση του δασκάλου (Πανούσης) ότι για να κατακρίνεις κάτι πρέπει πρώτα να το μάθεις. -νταξ στο περίπου, έχουν περάσει τα χρόνια. Οπότε τον δίσκο τον είχα ακούσει, όταν βγήκε μερικές φορές, για να βεβαιωθώ ότι όντως δεν με αγγίζει. Και μισώ τον worker γιατί για να γράψω αυτό το κείμενο αναγκαστικά τον ξανάκουσα. (Και μάλιστα αναγκάστηκα να τον κατεβάσω, γιατί το youtube έχει γεμίσει με ένα σωρό άκυρες εκδοχές με τον φλούφλη να ηχεί πιο χάλια και από αυτό που είναι μέχρι σχεδόν να εξαφανίζουν την ενοχλητική ιδιαιτερότητα της χροιάς του.)  Απλά και αντικειμενικά, δεν γίνεται να ακούς την εισαγωγή του Come Thru και να μην θέλεις να τον κλωτσήσεις στα δόντια. Και άμα έχεις ενδοιασμούς, πας στο επόμενο κομμάτι και ακούς και τον 2 αλυσίδες, όποτε το παρεάκι με τους πλέον αντιπαθητικούς τύπους μεγαλώνει. Να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Ο καθένας μπορεί να λέει ότι θέλει για τον εαυτό του. Έτσι και ο δράκος να λέει ότι είναι ράππερ. Αλλά δεν είναι ρε φίλε. Και σου λέω εγώ, άντε ας πούμε ότι είναι ράππερ. Που πας και μου το παίζεις γκάνγκστα και niggah with attitude... Οι αντίστοιχοι τύποι στην εφηβεία τους εμπορεύονταν καλούδια και παίζανε κρυφτό με τα στρουμφάκια. Ο άλλος έκανε τον φλώρο σε μια τηλεοπτική σειρά για παιδάκια. Και είναι και από τον Καναδά. Δηλαδή ντάξι, θα μπορούσα να σταματήσω εδώ... Τέσπα, ας δούμε τι μπορεί να κάνει σαν ράππερ ο νουμπάς, εεε ο φλώρος, εεε τέλος πάντων κατάλαβες.
    Η άποψη μου για το ταλέντο είναι ένας συνδυασμός σκληρής δουλειάς και αγάπης για αυτό που κάνεις. Ή τέλος πάντων έτσι λέω στον ατάλαντο εαυτό μου για να νιώθει καλύτερα. Γιαυτό ίσως θα έπρεπε να τον συμπαθώ τον drake. Γιατί το παλικάρι το παλεύει. Δουλεύει σκληρά. Αλλά δυστυχώς, αυτό ποτέ δεν είναι εχέγγυο επιτυχίας. Έτσι και εδώ, εμένα μου μοιάζει σαν ένας πολύ καλός μέτριος ράππερ. Τίποτε ξεχωριστό, μηδενική πρωτοτυπία. Και όταν αυτό βγαίνει μετά από πολύ προσπάθεια, λες γιατί; Καταλαβαίνω ότι το hip-hop είναι το mainstream μουσικό είδος αυτήν την στιγμή στην αμερική, οπότε άμα θες να πιάσεις την καλή ασχολείσαι με αυτό. Αλλά η φάση έχει ξεφύγει τελείως από την κουλτούρα του hip-hop. Οπότε τα πράγματα τα κρίνεις αλλιώς, γιατί ούτως ή άλλως η ζωή συνεχίζεται και στηρίζουμε το μπάσταρδο και την μεταβολή. Ακόμα και τις αλλαγές προς τη λάθος κατεύθυνση τις εξετάζουμε προσεχτικά. Έτσι τη φάση τη βλέπουμε γενικά σαν μουσική. Ο δίσκος για μένα αντέχει την οποιαδήποτε σύγκριση στο κομμάτι εκείνο που ο drake νιώθει στο στοιχείο του. Όπως στο motion ή στο hold on we are coming home. Αλλά εκεί δεν ραππάρει. Δηλαδή, όταν ο ρόλος του είναι πιο κοντά στον ερμηνευτή καψουροτράγουδων και πιο κοντά στο RnB γενικότερα. Το ωμό ραππάρισμα δεν το νιώθει... Αλλά είναι τόσο καλός ώστε να δουλέψει και να περάσει τη βάση και εκεί. Στο the language ας πούμε. Αλλά μέχρι εκεί. Δεν πιστεύω ότι έχει να προσφέρει κάτι παραπάνω από τον ανταγωνισμό του. Αν συνυπολογίσουμε και τα όσα είπε ο worker στους δύο τελευταίους δίσκους για τα δάνεια πρωτοτυπίας και αισθητικής, η αξία του πέφτει ακόμα πιο κάτω. Όπως στο κομμάτι με τον Sampha, που είναι από τα καλύτερα του δίσκου.
   Οι μουσικές από πίσω είναι decent για τους λόγους που αναφέρει ο worker. Σε σημεία μάλιστα θυμίζοντας ιδιαίτερα την αισθητική του Kanye που είχε στο 808s. Εκεί θα συμφωνήσω με τον worker. Για τον πειραματισμό εκ του ασφαλούς. Η μαζική απήχηση όμως, επιβάλλει την υπέρθεση ενός ενοποιητικού beat. Οι δε στίχοι, κινούνται σε χαμηλά επίπεδα, στα ίδια της θεματολογίας δηλαδή. Το όλο σύνολο τώρα, είναι φτιαγμένο για να κάνει πωλήσεις. Δεν θα χάσω άλλο χρόνο, γιατί ξεφεύγουμε σε μέγεθος πάλι, αλλά το μόνο που θα πω είναι η χρυσή εμπορική συνταγή. Τo mood από μελαγχολικό σε χαζοχαρούμενο. 2-3 κομμάτια για να μας πούνε ράππερς, 2-3 κομμάτια για να παίζουν στα clubakia και στο MTV και μια προβολή στα μέσα λες και είναι η ενσάρκωση του νούμερο ένα στόχου των συνωμοσιολόγων. Και έτοιμος ο Φώντας. Και μη γελιέστε, ο δίσκος είναι πρώτη ύλη. Θα φάει (έχει ήδη φάει βασικά) τόσο μιξάρισμα για να παίξει παντού και σε όλα τα γούστα.
   Τέλος, καταλαβαίνω το γιατί γράφτηκε το κείμενο, ειδικά μετά το κείμενο για την Kelela. Αλλά όχι και 8,2 ρε μπρο.

ΥΓ: Τώρα εγώ να βάλω ταγκ Drake να μεγαλώσει κι άλλο η ξεφτίλα;
ΥΓ2: Δείτε το βίντεο για το hold on we are going home- Ή Scarface θα το παίζεις ή Χατζηγιάννης. Δεν κολλάνε και τα δύο.
ΥΓ3: Για το σχόλιο για τον Jay z στο Pound Cake, μην τρελαθούμε. Μπορεί ο Hova να μην είναι στην καλύτερη του φόρμα, αλλά εύκολα καταλαβαίνεις τη διαφορά του πως στέκεται ένας ράππερ πάνω στο beat, και πως ο Drake.


αυτά, peace yo.

Sunday, October 27, 2013

Lou Reed: March 2, 1942 – October 27, 2013

One fine mornin', she puts on a New York station
and she couldn't believe what she heard at all
She started dancin' to that fine-fine-fine-fine music
ooohhh, her life was saved by rock 'n' roll
hey baby, rock 'n' roll 

Kelela - Cut 4 Me

Kelela
Cut 4 Me
(FadeToMind, 2013)

Θέλοντας να συνεχίσω τις σκέψεις που έγραψα στις κριτική για τον καινούργιο δίσκο του Drake, δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να έχω καλύτερη αφορμή από τον δίσκο/mixtape της Kelela (που κατεβάζετε ελεύθερα εδώ). Ο οποίος δίσκος μαζεύει σχεδόν όλους αυτούς τους σκοτεινούς τύπους από το LA που αρέσκονται στο να δημιουργούν sinister, μινιμαλιστικά, ηλεκτρονικά ηχοτοπία, κάπου ανάμεσα στο dubstep το witchouse (λιγότερο) και το uk garage (the third british invasion??), και τους οποίους μοιάζει να αγαπούν ιδιαίτερα και να αντιγράφουν κατά κόρον ο Kanye και ο Drake. Το attitude είναι λίγο σαν αυτό του Hollywood: Μόλις εντοπίσουν ξενόγλωσση ταινία που κάνει επιτυχία προσφέροντας μία καινούργια οπτική (και κατά προτίμηση βγαίνει σε τριλογία) την αντιγράφουν – κυριολεκτικά – κάνοντας ένα 'remake'. Βλέπε για παράδειγμα το The Ring ή το The Girl with Dragon Tattoo. Κάτι αντίστοιχο και εδώ. Οκ, ο Kanye και ο Drake δεν κάνουν διασκευές - δεν δουλεύει με τον ίδιο τρόπο το σύστημα στη μουσική - και σίγουρα δεν είναι μόνο εκεί οι αναφορές τους. Αλλά τουλάχιστον στην περίπτωση του κινηματογράφου οι αρχικοί δημιουργοί πληρώνονται τα δικαιώματα. Παρόλα αυτά, σίγουρα αυτό που κάνουν το κάνουν καλά. Και το Nothing was the Same και – κυρίως - το Yeezus, είναι πολύ καλοί δίσκοι. Και οι αναφορές φιλτράρονται και παίρνουν καινούργιο χαρακτήρα.
Μεταξύ μας, γενικά δεν έχω κανένα πρόβλημα με τον δανεισμό ιδεών, τεχνικών ή και ήχων. Το αντίθετο. Κάπως έτσι προχωρούν τα πράγματα. Αυτό που με προβληματίζει στην συγκεκριμένη περίπτωση όμως είναι η ανισότητα των μεγεθών ανάμεσα στα δύο μέρη: Μαζικοί μουσικοί σαν τον Drake και τον Kanye στη μία πλευρά, μικροί και underground μουσικοί στην άλλη πλευρά. Υπάρχει ο κίνδυνος η πρώτη να πνίξει τη δεύτερη.
Σε μία αντίστοιχη συζήτηση στο πρόσφατο review αυτού του δίσκου στο pitchfork προτείνεται ακριβώς η προσέγγιση του Cut 4 Me ως μία λύση του προβλήματος. Η δημιουργία δηλαδή μίας πιο προσεγγίσιμης δουλειάς από τους 'αυθεντικούς' δημιουργούς. Σαν εναλλακτική σε κάθε Drake. Δεν είμαι τόσο σίγουρος, όπως δεν είμαι τόσο σίγουρος ότι για το φαινόμενο ευθύνεται η ταχύτητα διάδοσης της μουσικής – αλλά αυτό το τελευταίο το ανέλυσα στο προηγούμενο review.
Παύση προσωρινά για να δούμε λοιπόν τι γίνεται σε αυτόν τον δίσκο: Έχουμε λοιπόν beats και παραγωγή από όλους σχεδόν τους τύπους που είναι αναμιγμένοι με τις ομάδες Fade to Mind και Night Slugs. Nguzunguzu, Girl Unit, Kingdom, Bok Bok, Jam City etc... Όλοι αυτοί - που η συνύπαρξή τους εδώ υπογραμμίζει και τα κοινά τους χαρακτηριστικά - δημιουργούν ένα πυκνό πλέγμα ήχων με σκοτεινές αποχρώσεις, χαμηλές συχνότητες, ελάχιστα (όχι στον αριθμό, στον χαρακτήρα) beats και απόκοσμα synths, που από μόνα τους είναι αρκετά για να κινήσουν το ενδιαφέρον. Αλλά αυτό το κάνουν και στις δικιές τους δουλειάς. Αυτό που αλλάξει εδώ είναι η φωνή της Kelela που και τα ενοποιεί αλλά κυρίως τους δίνει έναν πιο pop/r'n'b χαρακτήρα. Οπότε μιλάμε πλέον για τραγούδια και όχι μόνο ηχητικούς πειραματισμούς. Η Kelela λοιπόν έχει όμορφη φωνή – χωρίς να είναι κάτι ιδιαίτερα εντυπωσιακό – αλλά κυρίως έχει άποψη ως προς το πως τοποθετείται πάνω στη μουσική. Με την οποία βρίσκεται σε ισορροπία χωρίς πουθενά το ένα να υποσκιάζει το άλλο.
Όλο αυτό λοιπόν λειτουργεί πολύ όμορφα. Το αποτέλεσμα είναι αρκετά rough, οι 'αδυναμίες' της φωνής ταιριάζουν τελικά με τη μουσική και περισσότερο προσθέτουν παρά αφαιρούν. Η ατμόσφαιρα που δημιουργείται είναι συνεκτική και αρκετά ιδιαίτερη και προσωπική παρόλο που κάθε κομμάτι έχει διαφορετικό παραγωγό. Οπότε το αποτέλεσμα μόνο επιτυχημένο μπορείς να το πεις.
Τώρα, αν περιέχει κάποιο κομμάτι που θα μπορούσε να γίνει χιτάκι; Μάλλον απίθανο. Το Floor Snow θα μπορούσε να έχει μία τέτοια κατεύθυνση, αλλά έτη φωτός προφανώς από το να συνιστά κάτι σαν το αντίπαλο δέος στο Started from the bottom. Ο δίσκος τελικά είναι περισσότερο πειραματικός παρά pop, πολύ περισσότερο προσωπικός παρά μαζικός. Αλλά για να απαντήσω στο αρχικό ερώτημα, εκεί βρίσκεται η ουσία του: έχει πολύ ενδιαφέρον να τον βάλεις να τον ακούσεις στη σειρά με το Nothing Was The Same. Το Cut 4 Me ακούγεται σίγουρα πολύ πιο ερασιτεχνικό, ακατέργαστο και συνεσταλμένο, αλλά ταυτόχρονα καταφέρνει και να αποκαλύψει τη βασική αδυναμία του Drake και του κάθε αντίστοιχου Drake μέσω του βασικού του χαρακτηριστικού: είναι συγκεκριμένο. Θα αρέσει σε κάποιους, κατά πάσα πιθανότητα όχι σε πολλούς, αλλά με αυτούς θα αποκτήσει ιδιαίτερη σχέση. Ενώ το Nothing Was the Same μπορεί να είναι πιο επαγγελματικό, μπορεί να είναι πολύ προσεγμένο και δουλεμένο, μπορεί να μην έχει ούτε μία βαρετή στιγμή, αλλά τελικά είναι generic. Διότι όσο πειραματική διάθεση και αν έχουν οι δημιουργοί του, έχουν μάθει να απευθύνονται σε εκατομμύρια ανθρώπων. Και όσο και αν δεν είναι η μουσική που περιέχεται στους δίσκους τους το βασικό προϊόν που πουλάνε πλέον, πρέπει παρόλα αυτά να είναι κάτι που τουλάχιστον θα μπορέσουν να το ακούσουν εκατομμύρια ανθρώπων. Οπότε είναι μοιραία και πιο γυαλισμένο, οι γωνίες και οι αιχμές έχουν λειανθεί, η ιδιαιτερότητα περιορίζεται ώστε να μην προσβάλει ή ενοχλεί.
Οπότε, καταλήγοντας, αυτή πιστεύω ότι είναι η απάντηση: δεν έχει κανένα νόημα οι μουσικοί να προσπαθήσουν να γίνουν mainstream για να υπερασπίσουν τις προσεγγίσεις τους και να διεκδικήσουν την πατρότητά τους. Έτσι πολύ απλά θα χάσουν αυτό που τους κάνει διαφορετικούς. Αντίθετα πρέπει απλά να κάνουν αυτό που έκαναν πάντα οι underground μουσικοί: να συνεχίσουν να πειραματίζονται και να δημιουργούν σε όποια κατεύθυνση πιστεύουν ότι αξίζει. Τα blockbusters θα συνεχίσουν να πουλάνε, ο πολύς κόσμος θα συνεχίσει να αγνοεί την ύπαρξή τους, κάποιοι θα κάνουν το crossover, οι περισσότεροι όχι, αλλά τελικά η μουσική θα παραμείνει πιο ουσιαστική. Για λίγους κάθε φορά. Αλλά πολλές διαφορετικές φορές αυτή η διαδικασία θα καλύψει πολλούς. Και μετά θα αρχίσουν και οι επιμιξίες μεταξύ των πολλών διαφορετικών και ιδιαίτερων και όλα θα είναι όμορφα και μπασταρδεμένα.

_
8.5

Those will burn: Enemy, Floor Snow, Bank Head, Something Else.

Saturday, October 26, 2013

Drake - Nothing Was The Same

Drake
Nothing Was The Same
(OVO Sound, 2013)

Κάπου πρόσφατα ξαναέγραψα για το πόσο ριζικά έχει αλλάξει το internet την μουσική και τον τρόπο που την ακούμε. Επανέρχομαι λοιπόν και εδώ: είναι εκπληκτικό το πόσο λίγος χρόνος χρειάζεται για να περάσει ένας καινούργιος, πειραματικός ήχος από 'underground', off the center συγκροτήματα σε mainstream μουσικούς. Πρακτικά μηδαμινός. Δείτε τις δουλειές του Kanye. Αλλά και τον καινούργιο δίσκο του Drake (που έτσι κι αλλιώς είναι ο καλύτερος μαθητής του Κ.) Παλιότερα, και δεν εννοώ πολύ παλιότερα, 5 – 6 χρόνια πίσω, αυτό ήταν μία διαδικασία που έπαιρνε χρόνο – χρόνια. Και αυτός ο χρόνος είχε και τα θετικά του. Έδινε στα μικρά συγκροτήματα που πειραματίζονταν τη δυνατότητα να αναπτύξουν τον ήχο τους, να τον ορίσουν καλύτερα και τελικά να δώσουν σε ό,τι ήταν αυτό το καινούργιο που παρήγαγαν μία πιο ολοκληρωμένη μορφή, και κατά συνέπεια μεγαλύτερη διάρκεια.
Σήμερα ο άφραγκος και συνήθως έφηβος 'πειραματιστής' που καταφέρνει να δημιουργήσει κάτι καινούργιο και ενδιαφέρον έχει δύο πιθανότητες μπροστά του: Με δεδομένο ότι η οπτική του θα βρίσκεται μέσα σε ένα μήνα σε κάποιο δίσκο του όποιου Kanye ή Drake, είτε θα χαθεί, είτε θα γίνει προσκεκλημένος / συνεργάτης στους δίσκους τους. Και στις 2 περιπτώσεις δυστυχώς μάλλον θα σταματήσει να εξελίσσει αυτό που ξεκίνησε.
Αλλά την ίδια στιγμή μου φαίνεται αφελές να πιστεύουμε ότι για αυτό ευθύνεται μόνο η μεγάλη ταχύτητα με την οποία διαδίδεται η μουσική. Έχει να κάνει και με μία ακόμα αλλαγή: ότι οι mainstream μουσικοί μπορούν να έχουν έναν πιο πειραματικό ήχο στους δίσκους τους. Φανταστείτε για παράδειγμα εκεί στις αρχές το '90 η Madonna, η Kylie Mynogue ή ο Michael Jackson να χρησιμοποιούσαν στους δίσκους τους στοιχεία από τις δουλειές του Aphex Twin. Το Dangerous για παράδειγμα με μουσική υπόκρουση Analogue Bubblebath. Δεν υπήρχε περίπτωση. Γιατί το αποτέλεσμα απλά δεν θα πουλούσε με τίποτα.
Τι άλλο έχει αλλάξει; Το ότι τότε αυτό που πουλούσε ήταν ο δίσκος, τώρα το βασικό εμπόρευμα δεν είναι αυτό. Οπότε το ολοκληρωμένο cd μπορεί να έχει μέσα του και όσο πειραματισμό επιθυμεί ο καλλιτέχνης. Αρκεί να υπάρχουν τα κατάλληλα videos στο YouTube (πρώην video-clips), τα κατάλληλα shows στα live, και η φυσικά το κατάλληλο κουτσομπολιό στον τύπο. Παράδειγμα από το Nothing Was The Same: όταν είχα δει το video από το Started from the bottom, σχημάτισα τη χειρότερη εντύπωση για το κομμάτι. Το πέρασα στα γρήγορα σαν ένα ακόμα προϊόν προς γρήγορη κατανάλωση. Όταν το ακούς στα πλαίσια του δίσκου όμως, χωρίς την ηλίθια φάτσα του Drake να περιφέρεται στα super market, τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Το ψυχρό πιανάτο μοτίβο και τα ελλειπτικά beats δεν είναι ακριβώς αυτό που θα χαρακτήριζες εύκολη ή εύπεπτη μουσική. Το μόνο κομμάτι αυτού του δίσκου που έχει πραγματικά χαρακτηριστικά για hit με την παραδοσιακή έννοια είναι το Hold on, we 're going home, αλλά και αυτό ακόμα φέρνει στο μυαλό τη δουλειά του Weeknd – που μέχρι πριν ένα χρόνο κυκλοφορούσε δωρεάν mixtapes στο internet. Ο υπόλοιπος δίσκος βυθίζεται σε σκοτεινά ηλεκτρονικά ηχοτοπία με παντελή έλλειψη catchy μελωδιών και φυσικά σχεδόν κανένας λόγος για ρεφραίν και λοιπά τυπολογικά στοιχεία.
Φυσικά, δεν είναι όλοι που το κάνουν αυτό. Θέλω να πω, ότι πρέπει τουλάχιστον να αναγνωρίσουμε στον Drake και την ομάδα του ότι μπαίνουν στην διαδικασία να ψάξουν να βρουν αυτούς τους καινούργιους ήχους και να τους ενσωματώσουν στη μουσική τους. Γιατί το σύστημα προώθησης του εμπορικού σκέλους θα λειτουργούσε έτσι κι αλλιώς, ανεξάρτητα από το μουσικό περιεχόμενο. Οπότε από μία άλλη οπτική, όλα τα παραπάνω μπορούμε να τα δούμε θετικά. Δίνουν τη δυνατότητα σε μουσικούς που θέλουν – και μπορούν – να πειραματιστούν, να το κάνουν. Αλλά ρε γαμώτο, δεν παύει να μου φαίνεται λίγο άδικο: ο πειραματισμός συνεπάγεται ρίσκο, και εδώ το ρίσκο είναι περιορισμένο στο ελάχιστο.
Πολύ πιθανό όλα αυτά να τα σκέφτομαι και να τα γράφω γιατί προσπαθώ να δικαιολογήσω στον εαυτό μου το πως είναι δυνατόν ο καινούργιος δίσκος του Drake να είναι καλός. Μιλάμε για τον τύπο που στα (πολύ) νιάτα του έπαιζε στο Degrassi. Αλλά είτε μου αρέσει είτε όχι, το Nothing Was The Same είναι όχι απλά ένας αξιοπρεπής, αλλά ένας πολύ καλός δίσκος. Σκοτεινός, με τα κομμάτια να έρπονται βασανιστικά, τα beats να ακούγονται σαν να έχουν βγει από ταινία τρόμου (fuck, το 305 To My City θα μπορούσε να είναι στον πρώτο δίσκο του Tyler) ακόμα και οι στίχοι να είναι εσωστρεφείς και σε σημεία ενδιαφέροντες. Αλλά κυρίως το σύνολο να έχει νόημα και να αρθρώνει μία ολοκληρωμένη, δουλεμένη σε κάθε της λεπτομέρεια καλλιτεχνική πρόταση. Μέχρι και κομμάτι που λέγετε Wu Tang Forever περιέχει ο δίσκος, στο οποίο όχι μόνο δεν γίνεται ρεζίλη, αλλά αντίθετα τα πάει περίφημα χωρίς να έχει καμία απολύτως σχέση με το ύφος των Wu. Θα μπορούσε να πει κανείς 'σκάσε και άκου τη μουσική. Αν είναι καλή, τα υπόλοιπα δεν έχουν καμία σημασία'. Και πολύ πιθανό να έχει δίκιο, αλλά δεν είμαι έτοιμος να το δεχτώ ακόμα. Οπότε νομίζω ότι θα συνεχίσω τη συζήτηση στο επόμενο review. Εντωμεταξύ θα μένω συνεχώς με το στόμα ανοικτό κάθε φορά που θα συνειδητοποιώ ότι ο δίσκος περιέχει κομμάτια όπως το The Motion (ο Sampha διάλεξε την επιλογή της συνεργασίας αντί της εξαφάνισης, και μάλλον καλά έκανε), το Pound Cake/Paris Morton Music 2 με τον Jay Z να είναι σχεδόν περιττός ή το From Time. Αλλά ακόμα περισσότερο με το ότι δεν υπάρχει ούτε ένα κομμάτι που να είναι άσκημο.

_
8.3

Those will burn: Wu Tang Forever, From Time, Too Much, The Motion, Connect

Friday, October 25, 2013

Fates Warning - Darkness in a Different Light

Fates Warning
Darkness in a Different Light
(Inside Out, 2013)

Το One Thousand Fires που ξεκινάει τον δίσκο δεν θα το απέδιδες εύκολα στους Fates Warning, τουλάχιστον όχι πριν μπουν τα φωνητικά. Θα μπορούσε πιο εύκολα να ανήκει στους Dream Theater. Τουλάχιστον στους Dream Theater που θυμάμαι.
Αλλά ας κάνουμε ένα flash back πρώτα. Για μένα και για τους Fates. Γιατί η αλήθεια είναι ότι το Darkness In A Different Light φέρνει μαζί του έναν ήχο από το παρελθόν (μου). Οι Fates λοιπόν, κυκλοφόρησαν τον πρώτο τους δίσκο το 1984. Αμερικάνικο power metal, μελωδικό και αιχμηρό. Ήδη στον τρίτο δίσκο τους (1986 - Awakening the guardian) αρχίζει να φαίνεται όμως ότι δεν πρόκειται για 'μία ακόμα metal μπάντα'. Έτσι το 1988 το No Exit τους βρίσκει με καινούργιο τραγουδιστή, και ήχο που ανήκει σε αυτό που ονομάστηκε progressive metal. Οι στίχοι δε, παύουν να ασχολούνται με θέματα του φανταστικού (πιστεύω ότι κάπου εδώ μπορεί να άρχισαν να μετανιώνουν και για την επιλογή ονόματος που είχαν κάνει). Η πορεία τους από εκεί και πέρα περιέχει μόνο όμορφες δουλειές που τους μετέτρεψαν και σε μία από της βασικές αναφορές για το progressive metal. Μόνο που σε αντίθεση με πολλούς συνοδοιπόρους τους, δεν είχαν ποτέ την αντίστοιχη εμπορική αναγνώριση. Παρέμειναν μία σχετικά underground μπάντα. Όχι ότι δεν το προσπάθησαν. Το Parallels του 1991 για παράδειγμα προσπαθεί να ακολουθήσει το παράδειγμα των Queensryche. Στο Disconnected του 2000 έχουν στο μυαλό τους Tool. Το FXW που ακολουθεί το 2004 έχει έναν πιο industrial χαρακτήρα. Αλλά ό,τι και να κάνουν, η πόρτα της επιτυχίας μένει σταθερά κλειστή μπροστά τους. Μοιραία έρχεται και η κούραση και η απογοήτευση. Έτσι το Darkness In A Different Light είναι ο πρώτος τους δίσκος από το 2004. Βέβαια όσο η εμπορική επιτυχία τους έφτυνε, άλλο τόσο η δημιουργικότητα τους χαμογελούσε. Με αποκορύφωμα το A pleasant shade of gray του 1997 (btw, από τους πιο όμορφους δίσκους που βγήκαν εκείνη τη δεκαετία) η πορεία τους χαρακτηρίζεται από πολλές όμορφες μουσικές, έναν από τους καλύτερους drummer που έχω ακούσει, έναν καταπληκτικό τραγουδιστή, και φυσικά τον κιθαρίστα-καπετάνιο.
Δεν ήξερα καθόλου τι να περιμένω από αυτόν τον δίσκο λοιπόν, και το ότι το πρώτο τραγούδι τους μου θύμισε Dream Theater μου φάνηκε τουλάχιστον παράξενο: Προφανώς οι Theater είναι μία ακόμα από τις συγγενείς τους μπάντες που κατάφεραν να επιτύχουν εμπορικά σε αντίθεση με αυτούς, αλλά δεν θα έλεγα ότι τώρα είναι το καλύτερο timing για να προσπαθήσουν να ακολουθήσουν την πορεία τους. Αλλά αφού άκουσα τον δίσκο αρκετές φορές έφτασα σε δύο συμπεράσματα. Πρώτον ότι ο Mark Zonder είναι πράγματι ένας από τους πιο ιδιαίτερους drummer. Χωρίς αυτόν οι Fates Warning ξαφνικά μοιάζουν πολύ περισσότερο με όλα τα υπόλοιπα συγκροτήματα του χώρου. Δεύτερον ότι πλέον παίζουν εκτός συναγωνισμού και εκτός χρόνου (όχι μουσικού χρόνου, αυτόν δεν τον χάνουν με τίποτα). Ο δίσκος είναι μία αναδρομή σε ολόκληρο το παρελθόν τους, αλλά και το παρελθόν του συγκεκριμένου ήχου γενικότερα. Χωρίς να ακούγεται ανομοιογενής ή επιτηδευμένος καταφέρνει να ενσωματώσει όλα τα μουσικά μέρη που επισκεφτήκαν, είτε όλοι μαζί είτε ο καθένας ξεχωριστά, στο παρελθόν. Ταυτόχρονα είναι ό,τι πιο metal κυκλοφόρησαν από το 1990 και μετά, αλλά με τα σημάδια από όσα μεσολάβησαν να είναι παντού. Έτσι για τους παλιούς τους φίλους είναι απολαυστικά και νοσταλγικά. Σαν να γυρίζει πίσω ο χρόνος, αλλά όχι σε κάποια συγκεκριμένη στιγμή· πίσω γενικά και αόριστα. Ο δίσκος ούτε υπόσχεται ούτε προσφέρει κάτι άλλο από αυτό. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.

_
7.3

Those will burn: Firefly, O Chloroform, Falling Further (bonus)


Thursday, October 24, 2013

Subculture(s) #005: Dystopias

Όταν το 1516 ο Thomas More έγραφε το Utopia ίσως να μην φανταζόταν ότι έδινε ταυτόχρονα γέννηση και στο αντίθετο αυτού που είχε στο μυαλό του. Παρόλα αυτά η δημιουργία φανταστικών δυστοπικών κόσμων απ' ό,τι φαίνεται ασκεί πολύ μεγαλύτερη γοητεία στη φαντασία μας μιας και οι περιπτώσεις που περιγράφουν τέτοιες καταστάσεις είναι πολύ περισσότερες από αυτές που περιγράφουν πραγματοποιημένες ουτοπίες. Ίσως γιατί πολύ απλά με τις δυστοπίες είναι πολύ πιο εύκολο να ταυτιστούμε απ' ότι με τις ουτοπίες· μάλλον είναι πολύ πιο κοντά στην πραγματικότητά μας, για την ακρίβεια αποτελούν υπερβολές των κοινωνιών στις οποίες ζούμε.
Η σύγχρονη εποχή λοιπόν έχει να δείξει ένα μεγάλο πλήθος τέτοιων δημιουργημάτων (έχει να δείξει και ένα μεγάλο πλήθος πραγματικών δυστοπιών, αλλά ας το αφήσουμε αυτό προς το παρόν) τα 'αρχέτυπα' όμως είναι 3: Το 1984 του Orwell, το Fahrenheit 451 του Bradbury και το A Brave New World του Huxley. Αυτά τα τρία ορίζουν ένα τρίγωνο μέσα στο οποίο κινούνται ουσιαστικά όλα τα υπόλοιπα. Η μουσική λοιπόν δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη. Οπότε, μιας και έχω πολύ καιρό να γράψω ένα subcultures, είπα να θυμηθώ 4 από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις μουσικών δυστοπικών κόσμων: (σημείωση: αυτό το subcultures ξεκίνησα να το γράφω αρκετό καιρό πριν. για κάποιο λόγο δεν πολύ έβγαινε. οπότε μοιραία γράφτηκε σε πολλά διαφορετικά κομμάτια, αλλάχτηκε και ξαναπροσαρμόστηκε αρκετές φορές. Μέχρι που και για τους δύο από τους 4 δίσκους που περιγράφω - Archandroid και Deltron - κυκλοφόρησε και η συνέχειά τους. αυτό το τελευταίο ήταν και που με πίεσε να το τελειώσω με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. οπότε μπορεί να βρείτε μερικές ασυνέχειες ή επαναλλήψεις...)


Queensrÿche
Operation: Mindcrime 1988
To operation: mindcrime των Queensryche δεν αναφέρεται απαραίτητα σε κάποιον μελλοντικό κόσμο. Μάλλον τοποθετείται σε ένα ακαθόριστο παρόν, όπου τα πράγματα έχουν ήδη πάρει τον στραβό δρόμο. Η ιστορία έχει κάπως έτσι: Ο Nikki, εξαρτημένος από την ηρωίνη και οργισμένος με την κυβέρνηση και την κοινωνία γενικότερα, γίνεται μέλος μία οργάνωσης που έχει υποτίθεται ως στόχο την επανάσταση. Ηγέτης ο μυστηριώδης Dr. X, ο οποίος εκμεταλλεύεται τον εθισμό του Nikki για να τον μετατρέψει σε δολοφόνο. Στο άκουσμα της λέξης Mindcrime ο Nikki χάνει κάθε βούληση και υπακούει στις εντολές του Dr X, χωρίς καμία αντίσταση. Οι εντολές αυτές έχουν να κάνουν επί το πλείστων με δολοφονίες πολιτικών.
Στην πορεία ο Nikki έρχεται σε επαφή, μέσα του σατανικού Father William με την Mary, πρώην πόρνη που έχει γίνει καλόγρια για τις 'ανάγκες' της οργάνωσης, και μοιραία οι δύο τους ερωτεύονται. Και εξίσου μοιραία αποφασίζουν να αφήσουν την οργάνωση. Ο Dr. X βέβαια δεν πρόκειται να το αφήσει έτσι αυτό, εξάλλου είναι αυτός που τους ελέγχει μέσω της μαγικής λέξης. Οπότε διατάζει τον Nikki να σκοτώσει τον παπά και την Mary. O Nikki εκτελεί τον πρώτο, κάνει έρωτα με την Mary πάνω στην αγία τράπεζα και θολωμένος (πες λίγο από την ηρωίνη, λίγο από το sex, λίγο από την επήρεια του Dr X, δεν θέλει και πολύ) φεύγει και περιπλανάτε αδίκως, για να γυρίσει ξανά στην εκκλησία και να βρει την Mary σκοτωμένη. Μην αντέχοντας τη σκέψη ότι μπορεί να είναι αυτός ο ίδιος που την εκτέλεσε (είπαμε, ηρωίνη, sex κτλ) ξαναρχίζει να περιφέρετε μέχρι που τον συλλαμβάνουν για τη διπλή δολοφονία. Αυτό με λίγα λόγια.
Οκ, πολλά κλισέ μαζεμένα, το ξέρω. Έχει όμως δύο βασικές αρετές ο δίσκος: Η μία είναι ότι η ιστορία είναι πολύ όμορφα δομημένη και παρουσιασμένη με αποτέλεσμα η ακρόαση να αποκτάει έναν ιδιαίτερα κινηματογραφικό χαρακτήρα - έστω hollywood-ιανό - ενώ παράλληλα γίνεται το όχημα για την κοινωνικο-πολιτική κριτική που το συγκρότημα θέλει να κάνει (20 χρόνια πριν το Occupy Wall Street οι Queensryche χρησιμοποιούν τη φρασεολογία του: "the cops get paid to look away as the one percent rules America...". Η δεύτερη και βασικότερη αρετή όμως είναι η μουσική. Απίστευτα συνεκτική και μεστή, το operation: mindcrime είναι ίσως από τις πιο ώριμες στιγμές που μπορούμε να βρούμε στο φάσμα του hard rock / heavy metal. Μοναδικά κιθαριστικά riffs, (ελεγχόμενες πλέον) φωνητικές ακροβασίες και ένα από τα πιο σταθερά και ουσιαστικά rhythm sections που έχω ακούσει. Ο μύθος θέλει τον Geoff Tate να νοσηλεύεται σε ψυχιατρική κλινική μετά την ηχογράφηση του δίσκου· τόσο πολύ είχε μπει στο πετσί του ρόλου που ενσαρκώνει. Υπερβολές φαντάζομαι, αλλά η αλήθεια είναι ότι η θεατρικότητά του είναι ένα ακόμα από τα στοιχεία που βοηθούν το δίσκο. Τα κομμάτια είναι το ένα καλύτερο από το άλλο: από το Spreading the Disease και το The Mission στην κορύφωση του 10λεπτου Suite Sister Mary (η σκηνή των δολοφονιών στο ναό) και από εκεί στο μονολιθικό The Needle Lies, στο συγκλονιστικό Breaking the Silence και το minor χιτάκι I Don't Believe in Love μέχρι το ατμοσφαιρικό, κυκλικό κλείσιμο του Eyes of a Stranger είναι όλα παραδείγματα, 'ορθόδοξης' μέν, υποδειγματικής και ολοκληρωμένης δε, τραγουδοποιίας, που καταφέρνουν να ξεπεράσουν τα όρια του metal.
Το 2006 οι Queensryche είχαν μάλλον ξεμείνει από λεφτά και ηχογράφησαν το Operation: Mindcrime II, όπου πέρα από την αδιάφορη μουσική που προσπαθεί επί ματαίω να αναπαράγει την ατμόσφαιρα του πρωτότυπου, ξεκαθαρίζουν και όλα τα θολά σημεία της ιστορίας που την έκαναν γοητευτική (οκ, όλοι το φανταζόμασταν ότι δεν την είχε σκοτώσει ο Nikki τελικά την Mary, αλλά ήταν ανάγκη να μας το αποκαλύψετε με τόσες λεπτομέρειες?). Παρόλα αυτά το πρώτο Operation: Mindcrime παραμένει, 25 χρόνια μετά, ένα από τα πιο όμορφα concept albums, μία από τις πιο ολοκληρωμένες δουλείες που πρόσφερε το metal, και μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις - παραδείγματα που δείχνουν ότι η άμεση, 'user friendly' μουσική μπορεί να ισορροπήσει με τη μουσική ως ιδιαίτερη δημιουργία.


Janelle Monáe
The ArchAndroid 2010
Το 'όραμα' της Janelle Monae ως προς τη δουλειά της είναι από όποια πλευρά και αν το σκεφτείς ιδιαίτερα μεγαλεπήβολο. Ακόμα περισσότερο αν σκεφτείς την ηλικία της. Ξεκίνησε το 2007 όταν κυκλοφόρησε το Metropolis: Suite I (the chase) που αποτελεί το πρώτο μέρος του. Το 2010 κυκλοφορεί αυτό εδώ, που περιλαμβάνει το δεύτερο και τρίτο μέρος, και σε μερικές μέρες κυκλοφορεί το Electric Lady με την συνέχεια και κατά πάσα πιθανότητα ολοκλήρωση του concept. Θαρραλέο, αν μη τι άλλο, και για πολλούς θα μπορούσε να είναι καταστροφικό.
Η ιδέα, αν και αντλεί επιρροές από ένα μεγάλο αριθμό αναφορών, βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό στο Metropolis του Fritz Lang. Αλλά εκεί που μία αναπαραγωγή της ιστορίας του Fritz Lang θα μπορούσε να περάσει μάλλον ως αδιάφορη, η Janelle εισάγει ένα twist στην υπόθεση που καταφέρνει να της δώσει άλλο χαρακτήρα και να την κάνει ξαφνικά ενδιαφέρουσα· ακριβώς επειδή μοιάζει τόσο με το αυθεντικό χωρίς όμως να είναι το ίδιο. Στην ταινία του 1927, έχουμε μία διαχωρισμένη κοινωνία με τους λίγους και πλούσιους να βρίσκονται στους υπερπολυτελείς ουρανοξύστες και τους πολλούς και φτωχούς να βρίσκονται κάτω από τη γη όπου δουλεύουν ασταμάτητα και εξαντλητικά. Το πλούσιο αγόρι ερωτεύεται το φτωχό κορίτσι, το οποίο τυχαίνει να είναι και η 'ψυχή' του κινήματος (του επαναστατικού that is). Ο κακός αρχηγός της πόλης (και 'κατά σύμπτωση' πατέρας του αγοριού) φτιάχνει ένα ανδροειδές στο οποίο δίνει τη μορφή της Μαρίας (το κορίτσι ντε) με σκοπό να κάνει τους εργάτες να σταματήσουν να την ακολουθούν (εντάξει, είναι λίγο πιο σύνθετο από αυτό, αλλά μην το παρακάνουμε εδώ...). Το ανδροειδές δηλαδή είναι κατά μία έννοια ο κακός της υπόθεσης· ένα μηχανικό αντικείμενο χωρίς συναισθήματα που ακολουθώντας εντολές εξαπατεί τους ανθρώπους.
Η εκδοχή της Janelle όμως έχει και λίγο ηλεκτρικό πρόβατο μέσα της. Η Μαρία και το ανδροειδές-Μαρία γίνονται ένα πράγμα. Με άλλα λόγια η πρωταγωνίστρια (Cindi Mayweather) είναι ανδροειδές. Μία αλληγορία για το Άλλο όπως υποστηρίζει η ίδια, και - σε μία χολιγουντιανή και πάλι εκδοχή είναι αλήθεια - μάλλον τα καταφέρνει να λειτουργήσει ως τέτοια. Η Μαρία-Cindi λοιπόν στέλνεται πίσω στο χρόνο για να ελευθερώσει τους ανθρώπους (προσοχή, όχι τα ανδροειδή, άλλο ένα twist σε σχέση με τα κλασσικά μοτίβα επιστημονικής φαντασίας) από το καταπιεστικό καθεστώς που τους κυβερνά.
Μουσικά, το project είναι ακόμα περισσότερο φιλόδοξο. Έχοντας μία soul/pop βάση συγχωνεύει μουσικές που ξεκινάνε από τη jazz και φτάνουν στην ψυχεδέλεια, από τα κλασσικότροπα ορχηστικά μέρη (μέχρι και σαμπλαρισμένο Debussy θα βρείτε) στο hip hop, από τον Michael Jackson στον Prince και από τα r'n'b στο funk. Το μεγάλο κατόρθωμα λοιπόν είναι ότι τελικά καταφέρνει να ισορροπήσει ανάμεσα σε όλα αυτά. Και να καταφέρει να μας δώσει πολλές όμορφες στιγμές. Όπως για παράδειγμα το κολλητικό Tightrope όπου μαζί με τον Big Boi φτιάχνουν μία φουτουριστική εκδοχή του Hey Ya με την Janelle να παίρνει τη θέση του Andre. Ή το εξίσου κολλητικό και 2ο single Cold War. Εκεί όμως που διαπρέπει είναι τα σημεία που φεύγει πραγματικά over the top. Όπως το οκτάλεπτο BaBopByeYa που κλείνει το δίσκο και παραπέμπει περισσότερο σε πραγματική σουίτα (ο υπότιτλος του δίσκου είναι Suites II & III). Ή το αμέσως προηγούμενο, Say you'll go, ή το δίλεπτο ιντερλούδιο Sir Greendown. Τέλος, επίσης ενδιαφέρον έχουν και οι πιο περίεργες στιγμές του, όπως το ψυχεδελικό Make the Bus, όπου συμμετέχει (αλλά και γράφει το κομμάτι) ο τελευταίος άνθρωπος που θα περίμενα να βρω εδώ μέσα, ο Kevin Barnes των Of Montreal. Αν και τα πρώτα δείγματα από τον επερχόμενο δίσκο δεν με έχουν ενθουσιάσει, όλος αυτός ο χαμός που γίνεται σε αυτόν εδώ τον δίσκο με κάνουν να ελπίζω ακόμα.


Rush
2112 1976
Εδώ έχουμε το blueprint για πολλά από όσα ακολούθησαν στην κατηγορία. Αν και δεν είναι ολόκληρος ο δίσκος concept, η πρώτη του πλευρά περιλαμβάνει την 20-λεπτη ομώνυμη σουίτα που αποτελεί και μία από τις πιο χαρακτηριστικές συνθέσεις των Καναδών. Μεταφερόμαστε στο 2112 που βρίσκουμε τον κόσμο να κυβερνάτε από του Ιερείς της Σύριγγας (όχι, δεν έχει και ναρκωτικά το plot, είναι εκ του Συρινξ, της νύμφης που οι θεοί μετέτρεψαν σε καλαμιά για να μπορέσει να ξεφύγει από τον ξαναμμένο Πάνα που την κυνηγούσε, ο οποίο στην συνέχεια την έκοψε - την καλαμιά - για να φτιάξει το περίφημο όργανό του - το μουσικό.) Οι ιερείς αυτοί λοιπόν ελέγχουν μέσω των υπολογιστών τους τα πάντα που έχουν να κάνουν με τη ζωή στη γη, ακόμα και το σύνολο της μουσικής. Ο πρωταγωνιστής βρίσκει λοιπόν μία κιθάρα (που προέρχεται από την εποχή πριν τον πόλεμο που κατέστρεψε τη γη το 2062, anyway, you get the picture), την οποία μαθαίνει σιγά σιγά να παίζει. Αποφασίζει λοιπόν ο αφελής να την πάει στους Ιερείς για να τους δείξει ότι οι άνθρωποι μπορούν να φτιάχνουν τη δική τους μουσική. Αυτοί προφανώς τον απορρίπτουν, αφού δεν τους πολύ-αρέσει οι άνθρωποι να κάνουν δικά τους πράγματα. Φεύγοντας έχει ένα όραμα όπου βλέπει τη ζωή πριν τους ιερείς. Αποφασίζει να αυτοκτονήσει για να μπορέσει να ενωθεί με τη ζωή των προγόνων του. Η κατάληξη αφήνεται ασαφής.
Οκ, ξέρω είναι λίγο cheesy η υπόθεση, αλλά στα 70'ς είμαστε. Άσε που η μουσική αξίζει τον κόπο. Οι Rush είναι ακόμα στην αρχή τους και δεν έχουν τιθασεύσει ούτε την εκτελεστική τους δεινότητα ούτε την ενέργειά τους, οπότε ακούγονται ακατέργαστοι και επιθετικοί. Hard rock, χωρίς την επεξεργασία και την πιο εξεζητημένη προσέγγιση που ακολούθησαν στην συνέχεια. Αλλά ταυτόχρονα υπάρχουν τα ίχνη αυτής της συνέχειας, κυρίως στη σύνθεση που ήδη αναλύσαμε. Αλλά και η δεύτερη πλευρά που δίσκου, άσχετη με το concept, έχει κομματάρες, όπως το Passage to Bangkok και το Twilight Zone. Όπως και να το κάνουμε πάντως, δίσκοι που τόσα χρόνια μετά αντέχουν, μάλλον έχουν και ένα μεγαλύτερο ειδικό βάρος, για τον ένα ή τον άλλο λόγο.


Deltron 3030
Deltron 3030 2000
Yo it's three thousand thirty
I want y'all to meet Deltron Zero, and Automator.
Και τον Kid Koala στα scratches να προσθέσω εγώ. Οι τρεις τους δημιουργούν τον μαγικό κόσμο του σωτήριου έτους 3030. Κατά ένα περίεργο τρόπο λοιπόν, και το 3030 έχουν αντίστοιχα προβλήματα με το 2112. Μία ολιγαρχία που εξυπηρετεί συμφέροντα πολυεθνικών έχει την εξουσία, η οποία εκτός από τα υπόλοιπα δικαιώματα των ανθρώπων καταπιέζει και τη μουσική έκφραση· το hip hop για την ακρίβεια, γιατί αυτό μας ενδιαφέρει εδώ. Ο Deltron Zero λοιπόν, πρώην στρατιώτης του καθεστώτος, γίνει μάχες, rap battles για την ακρίβεια, ενάντια στην καταπίεση και το καθεστώς. Και σύμφωνα με την ιστορία είναι τόσο καλός που στέφεται πρωταθλητής.
Η αλήθεια είναι ότι ο Deltron, κατά κόσμο Del the Funky Homosapien, είναι πραγματικά πολύ καλός. Και αυτός εδώ ο δίσκος είναι η καλύτερη στιγμή του. Καταφέρνει να δημιουργήσει έναν γαλαξιακό σύμπαν μοναδικό. Συνδυάζει, πολλές φορές μέσα στον ίδιο στίχο, τον αφρο-φουτουρισμό του Sun Ra και του P-Funk, επίκαιρη κοινωνικοπολιτική κριτική και ένα σχεδόν παρανοϊκό χιούμορ· και μάλλον είναι αυτός ο συνδιασμός είναι καταφέρνει να ξεπεράσει τα κλισέ αντίστοιχων περιπτώσεων (όπως οι τρεις παραπάνω) και να δημιουργήσει κάτι μοναδικό. Βέβαια ο Del δεν είναι μόνος του. Ο Dan the Automator βρίσκεται σε εξίσου μεγάλη φόρμα, και δίνει αυτός όχι απλά την καλύτερη δουλειά του, αλλά ένα σταθμό για τη μουσική της προηγούμενης δεκαετίας και όχι μόνο (ρωτήστε τον Damon Albarn να σας πει). Από τη μία οι αναφορές του στην κλασσική μουσική και τα αντίστοιχα samples που χρησιμοποιεί δίνουν μία αίσθηση soundtrack. Από την άλλη δεν περιορίζεται εκεί: θα βρείτε από Aphrodite's Child (στο mastermind) μέχρι The Poppy Family (στο madness) Ταυτόχρονα τα σφιχτοδεμένα beats κρατούν το ρυθμό και ενοποιούν. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το τι γίνεται μέσα σε αυτόν τον δίσκο δεν περιγράφεται Από όπου και να τον πιάσεις, έχει να σου δώσει απιστευτότητα. Άντε να ξεχωρίσεις κομμάτια δηλαδή. Δυστυχώς, μάλλον το ακριβώς αντίθετο από αυτό που συμβαίνει στον καινούργιο δίσκο τους. Αλλά τι να κάνουμε, κάποια πράγματα δεν επαναλαμβάνονται.
In the year three thousand and thirty everybody wants to be an MC
In the year three thousand and thirty everybody want to be a DJ
In the year three thousand and thirty everybody want to be a producer
In the year three thousand and thirty
Everybody want to tell ya the meaning of the music

Tuesday, October 22, 2013

Darkside - Psychic

Darkside
Psychic
Matador(2013)

Είναι που το γράψιμο λειτουργεί ευεργετικά.
Το phychic λειτουργεί έτσι.
Μέσα σε ένα κολασμένο μήνα, άκουγα αποσπασματικά μουσική. Λίγο ένα κομμάτι εδώ, λίγο ένα κομμάτι εκεί...δεν είχα χρόνο και αρκετή όρεξη να λιώσω δίσκους...
Σπίτι, ουίσκι, λίγο διάβασμα..και backround το phychic...έτσι για να παίζει κάτι.
Και άρχισε να στριφογυρίζει..και άρχιζε να ηλεκτρίζει...και ώρες ώρες άφηνα το βιβλίο και προσπαθούσα να καταλάβω τι ακριβώς γίνεται εκεί μέσα...
ας πάρουμε για παράδειγμα το golden arrow...υπνωτικό, χαλαρωτικό και ταυτόχρονο εθιστικό.
Ναι. Ας αρχίσουμε λίγο απο τα βασικά: ο Jaar είναι ο ένας και ο Dave Harrington o άλλος. Darkside o τίτλος, όπως of the moon;; Μπορεί.
Δεν ξέρω πως μπορώ να περιγράψω καλύτερα ένα δίσκο, όταν η μουσική που παίζει είναι αρκετά ξένη προς εμένα..Και με τραβάει κολασμένα. Σε ένα κλαμπ τόσο σικάτο, που όταν αρχίζουμε να ξερνάμε τις μπύρες και τα μπερμπόνια γίνεται όλο και καλύτερο.Και μεγαλώνει. Και γίνεται πιο τραχύ...και νοιώθεις το βελούδο να σε τσιμπάει.Να σε αγκυλώνει.
Όποιος θυμάται τους saint german και το boulevard θα βρει κάποιες αναφορές, αν και για να πω την αλήθεια τα connotations δεν είναι σωστά. Εδώ μιλάμε για έναν απόκοσμο μινιμαλισμό.Για μια επικοινωνία μεταξύ του Jaar και του Harrington η οποία προσδιορίζει κάθε νότα. Κάθε ηλεκτρονικό ήχο, κάθε παύση.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι μιλάμε για ένα χορευτικό δίσκο. Ναι, αν απομονώσεις το golden arrow και το the only shrine i've seen. Αλλά είναι έτσι στο σύνολο του;;
Μπλιμπλίκια και κρουστά τραβούν το Freak, go home σε pop ambient (σκατά συνδυάζονται αυτά ή γράφω μπούρδες...;;) μονοπάτια.
Το τελευταίο κομμάτι (metatron) είναι εκεί. Εκεί για να κλείσει το δίσκο. Εκεί για να το ρουφήξεις μέχρι τελευταία νότα.
Λίγοι πλέον οι δίσκοι που δεν πετάς τίποτα. Που δεν έχουν τίποτε περιττο και δεν λείπει τίποτα.
δεν ξέρω τι κάνουν τελικά (πως ονομάζεται αυτό το πράγμα) αλλά μερικές φορές όταν μυρίζει τέχνη απλά αναπνέεις γερά..

γαμώ τους δίσκους...πόσο γαμώ τους δίσκους τελικά.


9.0

Those will burn: Paper Trail, Metatron, Golden Arrow.

Monday, October 21, 2013

Savages - Silence Yourself

Savages
Silence Yourself
(Matador, 2013)


   Όταν έχεις λίγο καιρό να γράψεις, χρειάζεσαι κάτι δυνατό για να επιστρέψεις. Έτσι και εγώ άφησα λίγο στην άκρη τη σειρά με τους δίσκους που είχα ξεχωρίσει από σεπτέμβριο και οκτώβριο για να έρθω αντιμέτωπος με ένα δύσκολο αλλά ιδιαίτερα ενδιαφέρον εγχείρημα. Να γράψω για τους -τις βασικά- Savages... (Savages are a London-based post-punk revival rock band, formed in 2011) θενκ γιου wiki. -Και αυτό είναι το ντεμπούτο άλμπουμ τους.- Για κάποιο λόγο ήμουν σχεδόν σίγουρος ότι είχε γράψει για αυτόν τον δίσκο ο bo(m)bbieR που είναι και ο άγγλος της υπόθεσης. Οπότε σε μία από τις πολλές φάσεις που έτρωγα σκάλωμα με τον δίσκο γύρισα να δω τι έγραφε... Είχα βάλλει επίσης στόχο, η 20άδα που θα δώσω φέτος να έχει για όλους τους δίσκους ρεβιου, αλλά και αυτό δεν βλέπω να το πετυχαίνω, για άλλους λόγους. Αλλά ρε φίλε για ΑΥΤΟΝ το δίσκο πρέπει να μιλήσουμε. -Για τους ελάχιστους που δεν έχουν ακούσει τις τρεις λέξεις “ Savages – Silence Yourself ” αυτή είναι μια πολύ όμορφη στιγμή, γιατί θα πατήσουν απλώς το link από κάτω και όλα τα άλλα θα γίνουν μόνα τους.-
   Τώρα τι εισαγωγή να κάνω για αυτόν τον δίσκο. Κλασσικά θα δώσω προσωπική οπτική. Απλά σταράτα και όμορφα λοιπόν ξεκινάμε με τους κανόνες που πάντα έχουν εξαιρέσεις. Τα γυναικεία φωνητικά -και τα γυναικεία συγκροτήματα γενικότερα- πάνω από στακάτες κιθάρες δεν μου κάθονταν ποτέ καλά. Επίσης όλα τα συγκροτήματα που ηχούν λες και σταμάτησαν σε άλλη δεκαετία και θέλουν να ακούγονται όπως τότε, τα βαριέμαι. Είναι η φάση “γιατί; αφού μπορώ να βάλλω να παίζει το παλιό”. Τι κάνεις όμως όταν αυτό που ακούς, ακούγεται καλύτερο από το παλιό που σχεδόν αντιγράφει; Και τα γυναικεία φωνητικά δένουν καλύτερα από οτιδήποτε έχεις ακούσει τα τελευταία χρόνια; Απλώς το βουλώνεις και ακούς. Κρατήστε αυτή τη φράση στο μυαλό σας, θα την χρειαστούμε στη συνέχεια. Περνάνε λοιπόν οι εβδομάδες, περνάνε οι μήνες και οι ακροάσεις γίνονται βουνό. Και ο ενθουσιασμός αντί να ξεθωριάζει γίνεται όλο και πιο έντονος. Κάπου εκεί λοιπόν λες, δεν βαριέσαι ας γίνουμε λίγο βλάσφημοι και ας γράψουμε γι' αυτόν το δίσκο...-
   Το πιο δυνατό στοιχείο του δίσκου είναι με διαφορά η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία τυλίγει τον ακροατή. Δουλεύουν πάνω σε συναισθήματα όπως η ανασφάλεια, το άγχος και βγάζουν την πιο θετική χροιά τους... Νομίζεις ότι βρίσκεσαι σε κάποια σκηνή από το Control και περιμένεις τον Curtis να ταρακουνήσει το είναι σου. Σοκ και δέος. Η λέξη που χρειαζόμαστε εδώ είναι ο ίλιγγος. Μια δίνη που σε τραβάει προς τα μέσα, και εσύ το μόνο που κάνεις είναι να ταρακουνάς όλο σου το σώμα, αλλά μάταια... Οι ορμόνες που απελευθερώνονται από την σωματική κίνηση ενισχύουν την ζαλάδα και την θολούρα που κατακλύζουν το μυαλό σου , την ώρα που τα riffs σαν κύματα σκάνε πάνω στο εκστασιασμένο κορμί σου. Το σώμα πέφτει προς τα κάτω, ενώ ο νους σηκώνεται προς την αντίθετη κατεύθυνση... Αδυνατούν να συνδυαστούν, λειτουργούν αυτόνομα. Το μόνο που μένει όταν ξυπνήσεις από το όνειρο που είδες και ανακτήσεις τις αισθήσεις και την αντίληψή σου, είναι ότι μόλις βίωσες τη μουσική νιρβάνα. Και βλέπεις το ρολογάκι στην κάτω δεξιά γωνία των Windows και γράφει 2013. Και τσεκάρεις τον δίσκο μήπως ήταν ξεχασμένος σε κανένα ντουλάπι και τον βρήκες τυχαία φέτος, και γράφει 2013. Και απορείς... -
   Η Jehnny Beth είναι αυτό που λέμε frontman. Απλώς φοράει τακούνια. Σκέψου σκηνική παρουσία Ian Curtis, και ερμηνεία Siouxsie Sioux. Δυναμικότητα αλλά και λανθάνων πόνος αποδίδονται με μια οργασμική ερμηνεία.. Η παραγωγή δίνει χώρο και φωνή σε κάθε μέλος της μπάντας, έτσι όλα βρίσκουν τον χώρο τους. Ακόμα και η σιωπή, αυτές οι παύσεις “ηχούν” τόσο όμορφα, όπως η ηρεμία πριν την καταιγίδα... Και εδώ βρίσκουμε την δεύτερη λέξη που μας περιγράφει τον δίσκο. Η σιωπή, δένει με την προσταγή του τίτλου “silence yourself” και μας δείχνει πόσο αφοσιωμένες είναι σε αυτό που κάνουν, ακροβατώντας στο όριο της αλαζονείας... Δεν είναι μια αμφίδρομη σχέση με το κοινό, η ροή της ενέργειας είναι σαφής. Ειδικά στο Shut up σε χτυπάνε αλύπητα. Ένα συνεχόμενο crescendo. Στο οποίο το γυναικείο γύρισμα συμβάλλει τα μέγιστα. Και είναι και αυτή η γαλλική υποβόσκουσα χροιά, που δίνει μια λανθάνουσα δυναμική που κάνει την απόλαυση ακόμη καλύτερη... Και αυτά τα φωνητικά... Σαν να έχουν στιβάξει ένα σωρό οργασμούς μέσα σε ένα τόσο δα δισκάκι... Στις συνθέσεις, πρωταγωνιστικό ρόλο έχει μία η ένταση και μία ο ρυθμός. Η κλιμάκωση μας ετοιμάζει για τον συνδυασμό και των δύο, αλλά ουσιαστικά αυτό δεν γίνεται σχεδόν ποτέ... Εδώ νομίζω βρίσκεται και η ειδοποιός διαφορά της μπάντας σε σχέση με τα αναρίθμητα γκρουπς που προσπαθούν να παίξουν την ίδια μουσική. Δουλεύουν πάνω στο ταξίδι και όχι στην Ιθάκη. Αυτή η αίσθηση της αφήγησης και του ανολοκλήρωτου που δεν σε αφήνει να γευτείς ένα τέλμα. Βρίσκεσαι συνεχώς σε μια κλιμάκωση... Δεν υπάρχει στασιμότητα, δεν νιώθεις να χορταίνεις το δίσκο και ο δίσκος μπαίνει στο repeat...
   Δεν ξέρω αν μπορούμε να αντιληφθούμε το μέγεθος αυτού του δίσκου. Ίσως χρειαστεί να περάσουν χρόνια. Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη άλλωστε, οπότε θα περιμένουμε και τα επόμενα τους βήματα. Μέχρι τότε, εγώ σας τα 'λεγα..

_ 9,8


Those will burn:  husbands, city' s full, shut up, she will



Saturday, October 19, 2013

Μαζεύτηκαν πολλά.

Έχει πέσει πολύ δουλειά τελευταία...και δεν ξέρω ποιούς δίσκους θα καταφέρω να ακούσω καλύτερα ...είναι όμως κάποια κομμάτια που έχουν μπει σε ένα άτυπο/άναρχο setlist...

έτσι άναρχη θα είναι και η γρήγορη σαββατιάκη αναφορά τους...



Από το Darkside των Psychic (συνεργασία του jaar με τον haddington): Paper Trail




Από το Engravings των αγαπημένων Forest Swords: Thor's Stone



Από το MGMT των MGMT: Plenty of girls in the Sea



και πάμε και σε λίγο πιο φυσιολογικά...

Από το σπρωχτό Tally all the things that you broke των Parquet Courts: The More it Works



Από το φρέσκο και περίεργο Secret Songs του γαμηστερού Nobunny: Rotten Sweet tooth



Από το One Breath της Αννούλας της Calvi: Suddenly



Από το Bonnie "Prince" Billy του Bonnie "Prince" Billy: το θανατηφόρο Bad Man

Tuesday, October 15, 2013

Through the never μεγαλώνω κι όλα φαίνονται αλλιώς..

Εντάξει, πήρα τα μούτρα μου χθες...κι αφού κανείς δεν ήθελε να ακολουθήσει και βρέθηκα σε μια αίθουσα στο μαρούσι, με 3d γυαλιά και καμιά 10ρια 40άρηδες κι άλλο τόσους 18άρηδες, περιμένοντας να αναμετρηθώ με το παρελθόν μου..
Ναι, είμαι απο αυτούς που ακόμα λερώνομαι με τον master of puppets και αρκετές φορές με πιάνω να κάνω airguitar (αναθεματισμένα χρόνια παλιότερα τον έπαιζα ολοκληρο-κανονικά) στο ride the lighting...και ναι (για να χαρεί κι ο μήτσος), είμαι απο αυτούς που έχω το Load ανάμεσα στους καλύτερους δίσκους τους.
Δεν περίμενα πολλά, αντέ μια συναυλία, άντε λίγο κούνημα στην καρέκλα και μια ιστορία που φανταζόμουν ότι θα δένει με τα κομμάτια...

να ανοίξω μια παρένθεση, για όσους περιμένουν σοβαρή κριτική ταινίας απο εμένα, πως δεν...
ανήκω, δυστυχώς,  στην "προνομιούχα" εκείνη γενιά που γουστάρει στις ταινίες αρκετό ξύλο, λίγα βυζιά και ενίοτε λίγο συναίσθημα...οπότε το κριτήριο μου είναι στο μηδέν...

Ας ξαναγυρίσω στους metallica....
για όποιον γουστάρει ή γούσταρε το συγκρότημα, η ταινία (ας την χαρακτηρίσουμε έτσι) αξίζει. Για περισσότερα πράγματα από τα προφανή...η πτώση ενός μύθου είναι πάντα κάτι που με αγγίζει. Και δυστυχώς η decadence που σου βγάζει η εικόνα τους σε ένα live είναι αποκρουστική.

Τα κομμάτια συνεχίζουν να γαμάνε...και το ost έχει ένα μείγμα πολύ καλό...όμως δεν μένει να βλέπεις τον ούλριχ με παντελόνι τζην που κοστίζει όσο τα τύμπανα του και μια ρημάδα φράπα, πιο παχειά κι από καλοζωησμένη αγελάδα...
ο χέτφιλντ μετά το load έχει αρχίσει να τραγουδά με μια μανιέρα τόσο θεατρινέ που μου θυμίζει βαριετέ του λας βέγκας...
και μένει μόνο ο γκριζομάλης χαμετ να είναι ο ίδιος όπως εκείνα τα live που έβλεπα στις αρχές του 90...

Φυσικά είναι πράγματα που τα βλέπεις χρόνια τώρα..τα αφήνεις στην άκρη όμως γιατί πολλές φορές δεν μπορείς να ξεπεράσεις τη δεκαετία του 80...αλλά χθες βλέποντας σε 3d, κι όχι live, μια γερασμένη και καλογυαλισμένη μπάντα με έκανε να αναρωτηθώ αν είναι στραβά ο γιαλός ή στραβά αρμενίζω εγώ. Πετάω στα σκουπίδια μέσα σε 90 λεπτά ότι πίστευα...?
πράγματι. Χθες κατάλαβα γιατί τους άκουγα μικρός... αλλά και γιατί πλέον δεν μπορώ να τους δω ευχάριστα....

ίσως είναι οι goldplay του μεταλ.
αυτή η αίσθηση μου έμεινε χθες από μιαμιση ώρα που τραγούδαγα και κοπανιόμουν σα τρελός...

όσο για την ταινία στο σύνολο της...τέλεια εικόνα, γαμάτος ήχος, decent surreal ιστορία.....λίγο ξύλο...και καθόλου βυζιά...
είναι λοιπόν στη κρίση σας....





από ενα πρόσφατο live....

Saturday, October 5, 2013

2L8 - Η Κλωστή

2L8
H Κλωστή
(2013)

Λένε στην οδύνη/Ηδονή
...το πρόβλημα δεν είναι το πρόβλημα, αλλά το πως αντιμετωπίζεις το πρόβλημα.

και προσωπικά αδυνατώ να καταλάβω γιατί κανείς δεν μπόρεσε να καταλάβει πως το ουσιαστικότερο πρόβλημα του δίσκου είναι ότι το concept του δεν εξυπηρετεί ούτε τον ίδιο το δίσκο, ούτε το συγκρότημα και φυσικά ούτε τα κομμάτια του...
Με τρανότερο παράδειγμα τις οδηγίες (μικρά ιντερλούδια) που καταστρέφουν την ατμόσφαιρα που προσπαθεί με δυσκολία να περάσει ο δίσκος και κάνουν όλο και πιο δύσκολο να μπεις στο κόσμο της κλωστής και να την ακολουθήσεις όσο αυτή ξετυλίγεται..(η μήπως τελικά γίνεται το ανάποδο και τυλίγεται σα κόμπος που δεν μπορείς να τον ξεδέσεις..;;;).
Προσωπικά πέταξα όλες τις οδηγίες, και έχω βάλει τα κομμάτια στη σειρά.

Κάνοντας μια μικρή παύση εδώ.

το κομμάτι Σκιά στο Δέρμα είναι ίσως ένα απο τα καλύτερα ελληνικά κομμάτια που έχουν γραφτεί..τόσο μελωδικά όσο και στιχουργικά...και πάνω που ξεχνάς τα πάντα και αρχίζεις να βρίσκεις την άκρη, αφου είχε πάρει τη σειρά από το όμορφο Άπειρο, σκάνε οι οδηγίες αυτουπνωτισμού...και τέλος. Δεν σε συνεφέρει ούτε η εξαιρετική διασκευή του Για Πάντα των Οδός 55.

Ας τα πάρουμε λίγο από την αρχή όμως.

ο προηγούμενος δίσκος μου είχε αφήσει μια μέτρια γεύση (2 δισκάκια: το ένα πολύ καλό, το άλλο όχι). Όταν λοιπόν ξεκίνησε η κλωστή με το "οδηγίες υποδοχής" θεώρησα πως είναι άλλη μια κακή εισαγωγή...

όμως όσο περνάνε τα κομμάτια δεν βρίσκω την δυναμική που περίμενα παρ' όλο που η στίχοι στα ελληνικά συνήθως λειτουργούν υπερ. Είναι λίγα τα κομμάτια που σε τσιγκλάνε να τα ξανακούσεις...
Ροκ των 80ς, 90ς περισσότερο και λιγότερο των 00ς φυσικά πολύ καλύτερα παρουσιασμένο, γιατί παίζεται από εξαιρετικούς μουσικούς αλλά χωρίς μια πρόοδο.

Το μήνυμα του δίσκου, βρίσκεται εκεί, διατρέχει κάθε κομμάτι, καλό ή κακό και είναι ανατριχιαστικό.
Γίνεται όμως με ένα τρόπο λίγο πρόχειρο, ψιλοεπιτηδευμένο.
Που αν και δεν το αποδυναμώνει, σίγουρα δεν κοινωνεί απλόχερα..

Είναι απο τους δίσκους, που αξίζει να έχει κανείς στη δισκοθήκη του (παρά τα διάφορα αρνητικά), για πολλούς και διάφορους λόγους, αλλά θεωρώ πως η σημαντικότητα του βρίσκεται σε διαφορετικά σημεία από ότι πιστεύει ο ίδιος.


7.0

Those will burn: Σκιά στο Δέρμα, Κόλαση, Για Πάντα (όμορφο cover), Στο άπειρο.