Ty Segall Sleeper (Drag City, 2013) |
Πολυαγαπημένος μας καλλιτέχνης, και ιδιαίτερα παραγωγικός, (και μεις μαζί του) . Ο λόγος για τον Ty Segall. H δισκογραφία του οποίου εκτείνεται όχι μόνο σε μέγεθος, αλλά και σε εύρος ρεπερτορίου. Έτσι κάθε δίσκος έχει πάντα μια έκπληξη ως προς το ύφος και τον ήχο του. Ο συγκεκριμένος είναι κάτι παραπάνω από διαφορετικός από αυτό που θα περίμενε ένας ακροατής των προηγούμενων δίσκων του. Κινείται μάλλον πιο κοντά, σε αυτόν του συνοδοιπόρου του Mical Cronin. Σε λιγότερα φασαριόζικα μονοπάτια. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι σαν το πρώτο στάδιο συγγραφής του Slaughterhouse . Η ανάπτυξη της σύνθεσης και της μελωδίας. (οι στίχοι και η θεματολογία είναι άλλη υπόθεση) Χωρίς να επεκτείνεται στο ντύσιμο αυτών με ένα σωρό ψυχεδελικά και garage στοιχεία, τους λόγους για τους οποίους δηλαδή τον αγαπήσαμε.
Στο σημείο αυτό, χρειάζεται να δώσουμε λίγες πληροφορίες για το περιβάλλον συγγραφής του δίσκου, που επεξηγεί ουσιαστικά αυτήν την εσωστρέφεια. Αυτές αφορούν την προσωπική ζωή του καλλιτέχνη. Έτσι λοιπόν, απ' ό,τι διαβάζουμε παντού, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Ty τσακώθηκε με την μητέρα του, σε φάση δεν μιλάνε. Κουτσομπολιό δεν πολύ γουστάρουμε, αλλά νομίζω ότι είναι ένας αρκετά σοβαρός λόγος για να στρέψει έναν καλλιτέχνη, αφενός στην δημιουργία, και αφετέρου σε μια πιο προσωπική έκφραση. Ένα άνοιγμα προς το κοινό του. Αυτό νομίζω γίνεται εδώ. Ο Ty μας αφήνει να δούμε περισσότερα για το αληθινό εγώ του, ξεχνώντας για λίγο τις θορυβώδεις περσόνες που έχει δημιουργήσει. Ξεχάστε λοιπόν pedals και noise. Με βάση μια ακουστική κιθάρα και την ερμηνεία του, μας ξεναγεί στις σκέψεις του. Και δεν είναι κακές' ούτε οι σκέψεις, ούτε οι μελωδίες. Οι δυνατές συνθέσεις εξακολουθούν να υπάρχουν, αρκετά πιο απλές και πρωτόλειες από τα συνηθισμένα. Παρόλα αυτά ο δίσκος δεν είναι σε καμία περίπτωση μονότονος και βαρετός. Χρησιμοποιεί και πάλι τα εργαλεία που έχει στην διάθεσή του με μαεστρία και πλήθος τεχνικών, καταφέρνοντας να μας δώσει αρκετά πληθωρικές συνθέσεις, και έναν συνεκτικό και ουσιαστικό δίσκο για ακόμη μία φορά. Το αποτέλεσμα φέρνει το ύφος του δίσκου πιο κοντά στους Beatles (ειδικά στο crazy) από τoυs Black Sabbath. Κάτι που δεν θεωρώ ότι είναι απαραίτητα κακό... Ίσως αν ήταν ο πρώτος του δίσκος, να τον εκθείαζα. Όταν έχεις δει όμως τι μπορεί να κάνει, και τι δυναμική κρύβεται πίσω από αυτές τις μελωδίες, ξενερώνεις... Δεν μπόρεσα να δώσω στα κομμάτια τον χρόνο που τους χρειάζεται... Στην τελική υπάρχουν ένα σωρό καλλιτέχνες που μπορούν να τραγουδήσουν με ακουστική κιθάρα πολύ καλύτερα. Ας πούμε ο φίλος του ο Mical είναι για αυτό το mood. Από τον Ty περιμένεις το κάτι παραπάνω. Τουλάχιστον σαν το δεύτερο μισό του Man Man που μπαίνει λίγο ηλεκτρική κιθάρα και σβήνει σε μια γλυκιά φασαρία...
Εντάξει ίσως να φταίει που τον πρωτάκουσα την ίδια μέρα με τους Pop. 1280 και μου φάνηκε πολύ φτωχός... Ο Ty Segall είναι μεγάλος καλλιτέχνης, το έχουμε πει και θα το ξαναπούμε -ίσως σύντομα, βγάζει και άλλο (!) δίσκο με τους Fuzz-. Αυτός ο δίσκος αποτελεί ακόμα ένα σκαλοπάτι στην σπουδαία πορεία που διαγράφεται μπροστά του. Ίσως όταν θα γεμίζει γήπεδα στο μέλλον, να ξεκουράζει κοινό και μπάντα με καμιά μπαλάντα από αυτόν τον δίσκο...
Στο σημείο αυτό, χρειάζεται να δώσουμε λίγες πληροφορίες για το περιβάλλον συγγραφής του δίσκου, που επεξηγεί ουσιαστικά αυτήν την εσωστρέφεια. Αυτές αφορούν την προσωπική ζωή του καλλιτέχνη. Έτσι λοιπόν, απ' ό,τι διαβάζουμε παντού, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Ty τσακώθηκε με την μητέρα του, σε φάση δεν μιλάνε. Κουτσομπολιό δεν πολύ γουστάρουμε, αλλά νομίζω ότι είναι ένας αρκετά σοβαρός λόγος για να στρέψει έναν καλλιτέχνη, αφενός στην δημιουργία, και αφετέρου σε μια πιο προσωπική έκφραση. Ένα άνοιγμα προς το κοινό του. Αυτό νομίζω γίνεται εδώ. Ο Ty μας αφήνει να δούμε περισσότερα για το αληθινό εγώ του, ξεχνώντας για λίγο τις θορυβώδεις περσόνες που έχει δημιουργήσει. Ξεχάστε λοιπόν pedals και noise. Με βάση μια ακουστική κιθάρα και την ερμηνεία του, μας ξεναγεί στις σκέψεις του. Και δεν είναι κακές' ούτε οι σκέψεις, ούτε οι μελωδίες. Οι δυνατές συνθέσεις εξακολουθούν να υπάρχουν, αρκετά πιο απλές και πρωτόλειες από τα συνηθισμένα. Παρόλα αυτά ο δίσκος δεν είναι σε καμία περίπτωση μονότονος και βαρετός. Χρησιμοποιεί και πάλι τα εργαλεία που έχει στην διάθεσή του με μαεστρία και πλήθος τεχνικών, καταφέρνοντας να μας δώσει αρκετά πληθωρικές συνθέσεις, και έναν συνεκτικό και ουσιαστικό δίσκο για ακόμη μία φορά. Το αποτέλεσμα φέρνει το ύφος του δίσκου πιο κοντά στους Beatles (ειδικά στο crazy) από τoυs Black Sabbath. Κάτι που δεν θεωρώ ότι είναι απαραίτητα κακό... Ίσως αν ήταν ο πρώτος του δίσκος, να τον εκθείαζα. Όταν έχεις δει όμως τι μπορεί να κάνει, και τι δυναμική κρύβεται πίσω από αυτές τις μελωδίες, ξενερώνεις... Δεν μπόρεσα να δώσω στα κομμάτια τον χρόνο που τους χρειάζεται... Στην τελική υπάρχουν ένα σωρό καλλιτέχνες που μπορούν να τραγουδήσουν με ακουστική κιθάρα πολύ καλύτερα. Ας πούμε ο φίλος του ο Mical είναι για αυτό το mood. Από τον Ty περιμένεις το κάτι παραπάνω. Τουλάχιστον σαν το δεύτερο μισό του Man Man που μπαίνει λίγο ηλεκτρική κιθάρα και σβήνει σε μια γλυκιά φασαρία...
Εντάξει ίσως να φταίει που τον πρωτάκουσα την ίδια μέρα με τους Pop. 1280 και μου φάνηκε πολύ φτωχός... Ο Ty Segall είναι μεγάλος καλλιτέχνης, το έχουμε πει και θα το ξαναπούμε -ίσως σύντομα, βγάζει και άλλο (!) δίσκο με τους Fuzz-. Αυτός ο δίσκος αποτελεί ακόμα ένα σκαλοπάτι στην σπουδαία πορεία που διαγράφεται μπροστά του. Ίσως όταν θα γεμίζει γήπεδα στο μέλλον, να ξεκουράζει κοινό και μπάντα με καμιά μπαλάντα από αυτόν τον δίσκο...
_ 7
Those will burn: the man man, queen lullabye
No comments:
Post a Comment